Το πιο συχνό ερώτημα που απευθύνουμε στους εαυτούς μας είναι το Γιατί. Γιατί σε διάλεξα, γιατί μένω, γιατί κάνω ό,τι κάνω. Μα όσο το αναζητούμε, τόσο έχουμε κλειστά τα αφτιά μας στην απάντηση που κραυγάζει παρούσα σε κάθε επιλογή μας. Γιατί θυμώνω μαζί σου; Γιατί θλίβομαι; Γιατί σε φοβάμαι; Γιατί μένω μαζί σου αφού με ταλαιπωρείς; Μα αυτό το γιατί τσάμπα το γυρεύω σε σένα, καθώς δεν υπάρχει εκεί, αλλά σε εμένα.
Αν έμαθα ότι η αγάπη είναι στέρηση, στη στέρηση θα πέφτω. Αν έμαθα ότι η αγάπη είναι θυσία, θα θυσιάζω πάντα τον εαυτό μου. Αν έμαθα ότι αγάπη είναι να με πνίγεις, τότε στον πνιγμό θα κολυμπώ μία ζωή. Όπως με αγάπησαν στα πρώτα χρόνια της ζωής μου, έτσι θα αγαπώ κι εγώ, κι αυτή την αγάπη θα γυρεύω από τον άλλο.
Αν ως παιδί αισθάνθηκα να εγκαταλείπομαι εγώ ή οι ανάγκες μου, θα είμαι εξαρτημένος από τον κάθε σύντροφο και εύκολα θα συνδεθώ με κάποιον που με ζηλεύει γιατί δύσκολα θα με αφήσει. Με τον ίδιο τρόπο που ένα αχόρταγο μωρό κρέμεται από το μαστό της μαμάς του, θα κρέμομαι κι εγώ από εκείνον.
Αν καταβροχθίστηκα στη σχέση με κάποιο γονιό μου, εύκολα θα επιλέγω ανθρώπους που δεν είναι διαθέσιμοι γιατί έτσι δεν θα έρθουμε ποτέ πολύ κοντά ώστε να κινδυνέψω να ξανακαταβροχθιστώ. Θα αναρωτιέμαι και θα τα βάζω με τον άλλο που με άφησε παρά το ότι του τα έδωσα όλα, όμως για αυτό ακριβώς τον διάλεξα κι ας μην αντέχω να το δω.
Αν είδα ότι πρέπει να θυσιάζω πάντα αυτό που θέλω για να είναι ευχαριστημένος ο άλλος, πολύ αυθόρμητα θα σμίξω με κάποιον που με αποδέχεται μόνο όταν είμαι καλός απέναντί του. Και αν παρόλα αυτά δεν με αποδεχτεί, θα λέω πως φταίω εγώ που δεν είμαι αρκετά καλός.
Αν μεγάλωσα ακούγοντας πόσο λίγος είμαι, θα βρω κάποιον που αισθάνεται πολύς μήπως κλέψω λίγο απ’το πολύ του. Όμως κι εκεί θα αναβιώνω την ίδια ματαίωση, μα θα το εκλογικεύω λέγοντας ότι για να με διάλεξε κάποιος τόσο σπουδαίος, χαλάλι η υποτίμηση, κάτι θα βλέπει σε μένα.
Αν μεγάλωσα και οι ανάγκες μου έρχονταν πάντα τελευταίες, αυτό θα αναζητώ, και αφού το βρίσκω, θα θυμώνω μαζί του γιατί θα με αφήνει άδειο. Βέβαια, ο θυμός αυτός με εμένα είναι κατά βάθος, που επιλέγω τέτοιους συντρόφους, αλλά αυτό μου είναι πολύ επώδυνο να το παραδεχτώ.
Κι αν δεν καταφέρω να ευτυχίσω με τον πνιγμό, με την στέρηση, ή με τη θυσία, ίσως ευτυχίσω με το να αρρωστήσω. Το παιδικό μου τραύμα, αφού πλέον δεν θα με εξυπηρετεί δευτερογενώς, θα αρχίσει να ζωγραφίζεται στο σώμα μου. Θα καταθλιβώ πλάι σου ή θα έχω κρίσεις πανικού κάθε φορά που θα απομακρύνεσαι ή θα αναπτύξω κάποιας μορφής παθολογία για να αντέξω στη σχέση.
Για αυτό και μπροστά σε αυτή τη δυσκολία της κατανόησης του εαυτού, συνήθως ζητάμε από τον άλλο να αλλάξει, όμως ας αναλογιστούμε. Αν άλλαζε, θα τον αντέχαμε; Μπορεί να το θέλαμε, μπορεί να το επιθυμούσαμε, να το λαχταρούσαμε, αλλά θα άντεχα κάποιον που είναι αυτονομημένος μέσα στη σχέση, εάν εγώ αισθάνθηκα εγκατάλειψη μικρός; Μάλλον όχι, γιατί η ελευθερία που θα μου έδινε, θα μου θύμιζε την απουσία του γονιού μου. Έτσι, θα επιλέξω κάποιον που με καταπιέζει ή εξαρτάται από εμένα γιατί αυτός δεν κινδυνεύω να με εγκαταλείψει.
Θα θυμώνω μεν, αλλά θα το εκλογικεύω. Βέβαια, ο άλλος δεν μπορεί να αλλάξει. Μόνο εμείς μπορούμε και το εσωτερικό μας σύμπαν. Και αν το κάνουμε, με έναν φυσικό τρόπο ο άλλος επανατοποθετείται στη δική μας αλλαγή. Όμως αυτό απαιτεί να αντέξουμε να κοιτάξουμε μέσα μας με καθαρή ματιά.
Ακούω πολύ συχνά, ωραία αυτά, αλλά πώς θα μπορούσα να ξέρω τι θα μου βγει ο άλλος στην πορεία; Γιατί, τον εαυτό σου τον ξέρεις; Όσο δεν ξέρεις εσένα, είναι αδύνατο να καταλάβεις ποτέ εκείνον που θα επιλέξεις ή το γιατί πίσω από την επιλογή σου. Για αυτό και κάποιος αναβιώνει ξανά και ξανά τον ίδιο πόνο ή συναντά ίδιους συντρόφους. Γιατί δεν έχουν γίνει ακόμα εποικοδομητικές οι εμπειρίες του.
Στην απελπισία μας, θα ψάξουμε σε πολλά βιβλία ή κείμενα, θα ρωτήσουμε αν μας δοθεί η ευκαιρία στα πεταχτά, όμως αυτή είναι νοητική τροφή. Καμία σχέση δεν έχουν με το γιατί της ψυχής μας κι αυτό γιατί δεν είναι η λογική μας που χρειάζεται να κατανοηθεί, αλλά το συναίσθημά μας. Παρόλα αυτά, το ψάχνω στις λέξεις γιατί έμαθα μία ζωή να σκέφτομαι πώς πρέπει να αισθάνομαι παρά να νιώθω.
Η θεραπεία είναι ένας τόπος να συζητήσω με την ψυχή μου και να ακούσω τι έχει να πει. Μπορώ να αναβιώσω με ασφάλεια όσα αισθάνθηκα στο παρελθόν ώστε να σταματήσω να μένω αφρόντιστος. Να με αγκαλιάσω. Να καταλάβω ότι σχετίζομαι μόνο εκεί που δεν εξαρτώμαι από τον άλλο και ο άλλος από εμένα. Σχετίζομαι μόνο εκεί που δεν βιώνω πια ενοχή. Εκεί που υπάρχει ενοχή, θα αναζητώ πάντα τιμωρία, και θα οδηγούμαι να κακοποιώ και να κακοποιούμαι.
Μαθαίνω να προχωρώ ολόκληρος. Να αγκαλιάζω την ανάγκη μου χωρίς να αγνοώ τον φόβο μου. Κι αυτό γιατί αν τον αγνοήσω, πάλι στην ματαίωση θα οδηγηθώ. Θα σμίξω με κάποιον που θα μου είναι τόσο ανοίκειος που θα ασφυκτιώ πλάι του. Δεν θα έχω αλλάξει τίποτα γιατί ούτε εκεί θα με έχω αποδεχτεί αφού θα έχω εξαιρέσει ένα κομμάτι μου. Κι αν σκοντάψω, ο φόβος αυτός που ξέχασα, θα ξυπνήσει βίαια και θα με τραβήξει πάλι πίσω. Θέλει να τον σεβαστώ κι αυτόν. Να τον αποδεχτώ.
Η αποδοχή είναι στη σύνθεση. Δεν μπορώ να τη βιάσω, όμως, θέλει χρόνο. Χρόνο να με μάθω, χρόνο να με ακούσω, χρόνο να με καταλάβω, χρόνο να με εμπιστευτώ. Χρόνο να σχετιστώ μαζί μου. Η θεραπεία προσφέρει χρόνο και ένα σταθερό πλαίσιο για να αντέχω να πάω εκεί που θέλω. Μου μαθαίνει να έχω υπομονή με τον εαυτό μου, περισσότερη από ό,τι είχαν οι άλλοι μαζί μου. Μου μαθαίνει να με περιμένω κι ας προχωρώ αργά. Αυτό είναι και το κέρδος εξάλλου. Όταν προχωρώ αργά, πάντα φτάνω γρήγορα.
ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΙΑΝΟΥΔΗΣ
Bsc Ψυχολογίας
Συνθετικός Ψυχοθεραπευτής