Η Τάντρα αναγνωρίζει το σεξ, την ερωτική ενέργεια, σαν το πιο ισχυρό καύσιμο για την φώτιση και τον οργασμό σαν μια γεύση της Φώτισης. Αμφισβητεί όμως ότι οι περισσότεροι από μας ξέρουν να κάνουν έρωτα, ότι ξέρουν πώς να φτάσουν στον οργασμό, ότι ξέρουν πώς να χρησιμοποιήσουν την ερωτική πράξη σαν εφαλτήριο για τη Φώτιση.
Ο έρωτας που κάνουν οι περισσότεροι είναι κτητικός, κατακτητικός, διασπαστικός, επιφανειακός και εγωιστικός. Προσπαθούν να πάρουν ο ένας από τον άλλο όσα περισσότερα μπορούν και όχι να εγκαταλειφθούν, ν’ αφεθούν πλήρως στη στιγμή. Σκέπτονται πως αν αφεθούν, αν ξεχάσουν ποιοι είναι και ποιος είναι απέναντί τους, τότε πώς θα τον «κατακτήσουν», πώς θα τον «απολαύσουν», πώς θα τον ρουφήξουν, πώς θα ηδονιστούν; Άσε που το πλήρες άφημα μοιάζει με το θάνατο...
Η απληστία, ο πόλεμος, η κατάκτηση και η λαφυραγωγία είναι τα χαρακτηριστικά του συνηθισμένου έρωτα, όχι όμως και της Τάντρα. Ποτέ στον συνηθισμένο έρωτα δεν ξεπερνιέται η δυαδικότητα.
Το ζευγάρι αρχίζει και παραμένει πάντα δύο χωριστά και ανεξάρτητα άτομα: ο Κώστας και η Μαίρη, ο Κώστας που κάνει έρωτα με τη Μαίρη, η Μαίρη που κάνει έρωτα με τον Κώστα. Στην πραγματικότητα δεν είναι δύο, αλλά τέσσερα άτομα: δύο σώματα και δυο μυαλά, όλα τελείως ασυγχρόνιστα μεταξύ τους, χάος, παραφωνία... Ποτέ δεν φτάνουν σε μια ενότητα, σε μια αρμονία, σε μια μουσική. Ο Κώστας δεν κάνει έρωτα, πηδάει, χουφτώνει την ερωμένη του. Η Μαίρη δεν κάνει έρωτα: πηδιέται, χουφτώνεται με τον Κώστα!
Παραμένουν πάντα στα όρια τους, αρνούμενοι την συγχώνευσή τους. Δεν αφήνουν το εγώ τους να συρρικνωθεί, να εγκαταλείψει πλήρως τον έλεγχο, την κοινωνική του προσαρμογή και να παραδοθεί πλέρια στην εμπειρία-ξεπερνώντας κάθε όριο, κάθε εθιμική συμπεριφορά, κάθε ενδοιασμό, «σφίξιμο», «διστακτικότητα» ή επιφυλακτικότητα στο να αφεθεί και να εγκαταλειφθεί πλήρως στην υπέρτατη αυτή εμπειρία.
Δεν μπορούν επομένως να δονήσουν συθέμελα το είναι τους και να βιώσουν την πρωτόγνωρη, πυρηνική, έσχατη ηδονή κι ευδαιμονία που τους επιφυλάσσει ο έρωτας, να ανανεωθούν και αναγεννηθούν πλήρως απ’ αυτόν
Ο έρωτας ξεκινάει από ένα αγαπημένο πρόσωπο, την ερωμένη ή τον εραστή, αλλά δεν μένει σε αυτό. Ο σκοπός του δεν είναι το πρόσωπο, αλλά ο ίδιος ο έρωτας ή ίδια η εμπειρία. Στον πραγματικό έρωτα ξεκινάς με ένα οικείο, ποθητό ή αγαπημένο πρόσωπο, αλλά στη πορεία ξεπερνάς τόσο αυτό το πρόσωπο όσο και τον ίδιο σου τον εαυτό, το «εγώ» σου, την περιορισμένη σου αντίληψη και περιγραφή της πραγματικότητας, την δυαδικότητα, την διάκριση.
Μαζί με τον άλλο μπορείς να προχωρήσεις μόνο μέχρι ένα ορισμένο σημείο στην ερωτική πράξη, μόνο μέχρι εκεί που σας επιτρέπουν τα στεγανά και οι περιορισμοί των ατομικών σας εγώ, τα οποία συνήθως προβάλλουν μεγάλη αντίσταση στο να διαλυθούν για να βιώσουν μια πληρέστερη εμπειρία.
Το πραγματικό σεξ μοιάζει με το θάνατο, το θάνατο του «εγώ» και θα πρέπει να έχουμε έτσι τη τόλμη και το θάρρος να εγκαταλειφθούμε πλήρως στην άβυσσο που φαίνεται να χάσκει εκείνη τη στιγμή μπροστά μας. Να μη φοβηθούμε το ορθάνοιχτο στόμα της που θέλει να κατασπαράξει το προσωπικό, ανούσιο εγώ μας, αλλά να επιτρέψουμε, με πλήρη εγρήγορση, την διάλυσή του και την δόνησή των σωμάτων μας σε ένα ενιαίο, θεμελιακό κραδασμό μέσα από τον οποίο ο άνδρας και η γυναίκα χάνουν τα όρια τους, γίνονται ο ένας ο άλλος, «πυρηνική» ενέργεια και βιώνοντας την ύστατη ευδαιμονία.
Μόνο αυτή η πυρηνική κατάσταση μπορεί να ονομαστεί ορθά «οργασμός», ουσιαστική επικοινωνία, συνάντηση με τον άλλο, ένωση, αγάπη
Δεν μπορεί να υπάρξει ποτέ ένωση χωρίς προηγουμένως διάλυση των διακριτικών εκείνων παραγόντων που την αντιμάχονται: των δυο δηλαδή διαφορετικών, ανταγωνιστικών ή ακόμα και «ξένων» εαυτών. Για να επιτευχθεί η ένωση πρέπει να διαλυθεί προηγουμένως το εγώ, για να ζήσουμε ύστατα και πλέρια πρέπει προηγουμένως να πεθάνουμε ως προς την περιορισμένη, διακριτική, εγωική φύση μας.
Ξεκινάμε μεν με το πρόσωπο, με τον αγαπημένο ή την αγαπημένη μας, αλλά δεν συνεχίζουμε με αυτόν, δεν παραμένουμε εμείς κι αυτός με τον οποίο κάνουμε έρωτα. Δεν παίρνουμε χαρά επειδή τον έχουμε, επειδή τον κατέχουμε, επειδή μας ανήκει και τον επιθυμούμε, αλλά επειδή έχει το δυναμικό να παίξει το ρόλο του καταλύτη και του συντονιστή για την επίτευξη της πυρηνικής αντίδρασης, της αλχημικής ένωσης και συγχώνευσης των δυο διαφορετικών εαυτών μας, μαζί με την ταυτόχρονη υπέρβασή τους.
Ο σκοπός του χορευτή δεν είναι να παραμείνει χορευτής και να παρατηρεί ή να χαίρεται το χορό του, αλλά να χαθεί, να εξαφανιστεί, να διαλυθεί μέσα σε αυτόν. Να πάψει αυτός ο ίδιος να υπάρχει και να υπάρχει μόνον ο χορός! Τότε μόνο έρχεται σε επαφή με το μαγικό και το μεγαλειώδες, με το υπερβατικό και ξεπερνά πραγματικά τον εαυτό του, επιτυγχάνοντας το αφάνταστο.
Φιλάω την αγαπημένη-τον αγαπημένο μου και δεν είμαι εγώ που την φιλάω, αλλά γίνομαι το φιλί, γίνομαι το χάιδι, γίνομαι η γεύση, γίνομαι η αφή- το ίδιο ακριβώς κι αυτή. Και μέσα σ’ αυτή την σιωπηλή και μακάρια εγκατάλειψη των ορίων μας και των περιορισμών μας γινόμαστε ο ΕΡΩΤΑΣ. Ο σκοπός μας δεν είναι να κάνουμε έρωτα, αλλά να γίνουμε ο ΕΡΩΤΑΣ!
Διασκευασμένα αποσπάσματα από το βιβλίο του
ΟΣΣΟ- ΤΑΝΤΡΑ, Η ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ
Πηγη web