Όταν ερωτεύονται δύο άνθρωποι μια γέννηση και ένας θάνατος τούς αποκαλύπτεται.
Σε αυτό το ταξίδι που τους συνεπαίρνει κάτι πεθαίνει μέσα τους για να γεννηθεί η ζωή. Όλα όσα τους τύφλωσαν, όλα όσα τους αδίκησαν, όλα όσα τους προδώσαν και γέμισαν ψευτιά τη ζωή τους τα αποχωρίζονται.
...Διεισδύουν στο βάθος τους και ανασύρουν με λαχτάρα την δική τους αλήθεια, για να συναντήσουν την επιθυμία του. Η ορμή του έρωτά τους σαρώνει κάθε επικάλυψη και επιτρέπει στην αυθεντικότητά τους μια θριαμβευτική εμφάνιση. Ένας εαυτός αναδύεται που αγωνιούσε να φανερωθεί, αλλά δεν τον άφηναν οι ανασφάλειες τους. Δεν γίνονται κάτι άλλο, δεν αλλάζουν μορφή. Η ίδια η μορφή τους συρρικνωμένη από τις αδυναμίες τους γιγαντώνεται, για να χωρέσει την απόφασή τους να γοητευτούν από το όνειρο και να ταξιδέψουν μαζί του.
...Η πανοπλία, με την οποία είχαν περιχαρακώσει τον εαυτό τους, σα Δούρειος Ίππος που περιόριζε τις κινήσεις τους, παροπλίζεται, ο βρόχος που έπνιγε τη δύναμη τους λύνεται, τα φτιασίδια, με τα οποία καλυπτόντουσαν, ψευτίζουν. Χάρη στην τόλμη τους να αφεθούν στην επιθυμία τους, να παραδοθούν στο ταξίδι του έρωτά τους, να ενωθούν με την αγάπη, η δύναμη θεριεύει μέσα τους και εξαπλώνεται στο ψυχικό τους σύστημα.
...Ο έρωτας λογχίζει τις αναστολές τους, άρει τις αντιστάσεις τους, προκαλεί επανάσταση, γιατί μόνο χάρη στην ανατροπή, μπορούν να αφήσουν τη χώρα της στασιμότητας και να παραδοθούν στο όνειρο. Αυτό το όνειρο ακολουθούν. Μια υπόσχεση αγάπης τούς παίρνει προστατευτικά από το χέρι και τούς οδηγεί στη τόλμη τους. Γίνονται πρωτοπόροι, εξερευνητές, κατακτητές του ονείρου τους.
Οι χαραμάδες, μέσα από τις οποίες κρυφοβλέπανε τη ζωή, γίνονται ανοίγματα φωτός που καταπίνουν το σκοτάδι της λύπης και επιτρέπουν στη χαρά να διεισδύσει, η οποία σα μεταξένιο υφάδι απλώνεται με τρυφερότητα στον ψυχισμό τους. Η ζωή ολόκληρη τους προσφέρεται να την τρυγήσουν, να τη χαρούν, να μεθύσουν σε αυτήν.
Αγγελική Μπολουδάκη