Translate

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

Η ιστορία του ΣΙΒΑ και της ΣΑΚΤΙ

Πριν από χιλιάδες χρόνια, στις ζούγκλες της Ινδίας κατοικούσε ένας μεγάλος θεός. Ήταν ασκητής και γιόγκι, και ζούσε μόνος και μακριά από κάθε άλλο ον, μένοντας επί ώρες σε διάφορες στάσεις της γιό­γκα. Ήταν ακίνητος, η συνείδησή του είχε απομακρυνθεί από τον κόσμο και δεν έδειχνε κανένα ενδιαφέρον για τα ανθρώπινα ζητήμα­τα. Είχε υπερβεί όλα τα πάθη και τα εγκόσμια και ζούσε στο θείο κενό σε κατάσταση αέναου διαλογισμού, αναστοχαζόμενος την πραγ­ματικότητα της αληθινής του φύσης: Εκείνης που ποτέ δεν γεννιέται και ποτέ δεν πεθαίνει.


Όπως οι άγριοι ασκητές από τις απομακρυσμένες ζούγκλες της Ινδίας, έτσι κι αυτός δεν έδειχνε κανένα ενδιαφέρον για την εμφάνισή του, ούτε και για τις συνηθισμένες ανθρώπινες συμβάσεις. Τα μαλλιά του ήταν άγρια και αχτένιστα και το μόνο που κάλυπτε το γυμνό κορμί του ήταν ένα μικρό δέρμα ζώου τυλιγμένο γύρω από τους λα­γάνες του. Το δέρμα του είχε αποκτήσει μια γκριζογάλανη απόχρω­ση, γιατί ήταν καλυμμένο από την ιερή στάχτη που χρησιμοποιούσε στις λατρευτικές τελετές του. Σιωπηλός και αιώνιος, ήταν ο Κύριος που ζούσε πέρα από το χρόνο και το θάνατο, στο αιώνιο τώρα.

Μερικές φορές, καθώς ο αρνητής αυτός διαλογιζόταν κάτω από το αγαπημένο του δένδρο, είχε στύση, και ένιωθε το Βάιρά του να πάλλεται με δύναμη. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν έδινε καμία σημασία. Η συνείδησή του απλωνόταν και ταξίδευε για να συγχωνευτεί με την απεραντοσύνη του σύμπαντος και, εκείνος, το μόνο που έκανε ήταν να παρατηρεί τα έργα της ανθρώπινης μορφής του.. Καθώς διαλογι­ζόταν, υψωνόταν μαζί του και το πολύτιμο βάιρά του, ως ύψιστη εκ­δήλωση αρρενωπότητας: μέσα του περιείχε μια αρσενική δύναμη που περιέβαλλε τα πάντα και, ταυτόχρονα, αναπαυόταν στην ισχύ της.
Με τις προχωρημένες μεθόδους γιόγκα που ασκούσε, έγινε ο κυ­βερνήτης όλων των κόσμων και ο πιο δυνατός απ’ όλους τους θεούς. Όλοι ένιωθαν την αδιόρατη παρουσία του και την τιμούσαν ως σύμ­βολο υπερβατικότητας και αδιαφορίας. Το ίδιο σεβαστό ήταν και το όνομά του: Σίβα, Κύριος της Υπερβατικότητας.

Στο μεταξύ, η μεγάλη θεά Ντέβι, Μητέρα της Δημιουργίας, απο­φάσισε πως είχε έρθει η ώρα να επαναφέρει τις δυνάμεις αυτού του μεγάλου άνδρα από τις αχανείς εκτάσεις του διαστήματος πίσω στη γη, προκειμένου να δοκιμάσει τη δύναμή του και να του αποκαλύψει ανώτερες διδασκαλίες που ποτέ του δεν είχε καν φανταστεί. Ο καιρός είχε έρθει για τον Σίβα, να υπερβεί την ίδια την αδιαφορία του και να επαναφέρει το Πνεύμα του στο σώμα του. Μέσα από αυτό το σώ­μα θα βυθιζόταν στον κόσμο και στις αισθήσεις του και θα έφερνε το Πνεύμα του ακόμα πιο βαθιά στο εδώ και τώρα.

Η Μεγάλη Θεά παρουσιάστηκε με τη μορφή μιας εκπληκτικής καλλονής με το όνομα Σάτι. Ακτινοβολούσε από ενέργεια και χαρά και το σώμα της ήταν εξαιρετικά καλοφτιαγμένο. Είχε μακριά και λαμπερά μαύρα μαλλιά και μεγάλα μάτια, σαν του ελαφιού.
Ο Σίβα είδε τη Σάτι μια ημέρα, καθώς περιπλανιόταν σε ένα χω­ριό, και η καρδιά του δονήθηκε από συγκίνηση που ξεπερνούσε κάθε έλεγχο. Σε τίποτα δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν οι γιογκικές δυ­νάμεις του. Μέσα σε μια στιγμή που σάρωσε τα πάντα, κυβερνήτης της ψυχής του έγινε η καρδιά του... για να μη μιλήσουμε για τον κυβερνήτη του βάιρά του! Η συνείδηση του Σίβα ενώθηκε με την καρδιά του και, άξαφνα, το σώμα του λαχταρούσε ανθρώπινη επαφή και παρουσία. Αυτή ακριβώς ήταν η πρόθεση της μεγάλης θεάς Ντέβι. 

Τελικά, η Σάτι και ο Σίβα ερωτεύτηκαν ο ένας τον άλλο και πα­ντρεύτηκαν. Για πολλά χρόνια έζησαν ενωμένοι και ευτυχισμένοι σε ένα ερημητήριο στο ιερό Βουνό Καϊλάς. Ακολούθησαν άπειρες περι­πέτειες. Στο τέλος, η Σάτι πέθανε. Ο Σίβα ήταν απαρηγόρητος. Παράφρων και περίλυπος περιπλανιόταν στη χώρα — είχε αγαπήσει τη Σάτι όπως αγαπούσε τον εαυτό του, σαν μια αδιαχώριστη πλευρά της θείας φύσης του. Όμως, είχε ανάγκη αυτή την ανθρώπινη θλίψη, γιατί μέσα από αυτή γευόταν την ταπεινή - κάθοδο του εραστή στη σκοτεινή νύχτα της ψυχής. Και γνώριζε πως η αγάπη και η ένωση δεν θα μπορούσαν πια να διαχωριστούν από το διαλογισμό και την αναπόληση.
Οι άλλοι θεοί έβλεπαν τη δυστυχία του και αποφάσισαν να τον βοηθήσουν. Η Σάτι ξαναγεννήθηκε, μετεμψυχώθηκε, και πήρε τη μορφή μιας ακόμα πιο όμορφης νεαρής γυναίκας, της Παρβάτι, που στη συνέχεια έγινε γνωστή και λατρεύτηκε σ’ όλη την Ινδία ως Σακτί. Μόλις συναντήθηκαν ξανάσμιξαν.

Η Σακτί ήταν εξαίρετη γιογκίνι. Ήταν αφοσιωμένη στον Σίβα και ταίριαζε τις δυνάμεις της με τις δικές του με το δικό της θηλυκό τρό­πο. Ήταν η ενσάρκωση της καθαρής ενέργειας, η μητέρα και μήτρα κάθε εκδήλωσης. Η μεγάλη της δύναμη πήγαζε από το γιόνι της: τον ιερό κήπο, το φύλο της, τη μήτρα της δημιουργίας. Το όνομά της προέρχεται από την ινδική ρίζα σακ, που σημαίνει «ικανότητα» ή «δύναμη». Η Σακτί εκπροσωπεί τη δύναμη που διαπερνά το σύμπαν και εκδηλώνεται σε όλα τα είδη, την πρώτη ύλη, την πρώτη μητέρα. Μέχρις ότου, όμως, συναντηθούν, τα χαρακτηριστικά του Σίβα και της Σακτί παρέμεναν θαμμένα, στερημένα από τη δυναμική δημιουρ­γικότητα. Ο καθένας τους περίμενε την ενέργεια που του ή της έλει­πε, που θα ξυπνούσε τη φωτισμένη ολοκλήρωση και θα επέτρεπε και στους δύο να αντιληφθούν την τελική αποστολή τους: να γίνουν δημι­ουργοί, ο πατέρας και η μητέρα του κόσμου.

Καθώς τελειοποιούσαν τις γιογκικές τεχνικές τους, η Σακτί δέχτη­κε τον Σίβα ως γκουρού και δάσκαλό της. Εκείνος της δίδαξε τις με­θόδους της υπερβατικότητας, που θα την καθοδηγούσαν στην ύψιστη απελευθέρωσή της. Και ο Σίβα δέχτηκε τη Σακτί ως γκουρού του. Εκείνη τον μύησε στην ύψιστη απελευθέρωσή του, μέσω της συγχώ­νευσης της υπερβατικότητας ή, αλλιώς, της καθαρής συνείδησης και του Πνεύματος με το έμφυτο στοιχείο της εκδήλωσης μέσα και διαμέ­σου του σώματος και των αισθήσεων. Έγιναν πνευματικοί σύντροφοι, συνδημιουργοί της έκστασής τους. Και η Σακτί δίδαξε στον Σίβα την προσωρινή εγκατάλειψη του ασκητισμού, προκειμένου να πετύχει την ενσωμάτωση της τέχνης της αγάπης και της ερωτικής ένωσης στην πνευματική τεχνική του. Έτσι, μέσα από το μονοπάτι της γιόγκα, γεννήθηκε το μονοπάτι της Τάντρα, η γιόγκα της αγάπης.

Με τις γεμάτες ευδαιμονία τεχνικές τους, ο Σίβα και η Σακτί ανακάλυψαν νέους τρόπους για να διοχετεύουν τις οργασμιακές δυνά­μεις τους μέσα από τους περιδινίζοντες στροβίλους των ενεργειακών τους κέντρων, των τσάκρα.', και ανέπτυξαν το θαυμαστό μονοπάτι της Τάντρα. Η επιστήμη αυτή περιελάμβανε γνώση και δεξιότητες από το χώρο της μουσικής, της αστρολογίας, του μασάζ, της ζωγραφι­κής, του χορού, της ποίησης, της νοερής απεικόνισης, των τελετουρ­γικών της έκστασης, του διαλογισμού, καθώς επίσης διδασκαλίες για τους «οικοδεσπότες» (πρακτικούς θεραπευτές). 

Αυτές οι διδασκαλίες μεταδίδονταν μέσω αναρίθμητων γραφών που ονομάζονταν Τάντρες. Στην αυθεντική μορφή τους είχαν τη μορφή ενός διαλόγου και μιας διδασκαλίας που μοιράζονταν μεταξύ τους ο Σίβα και η Σακτί. 

Οι ταντρικές γραφές επισημαίνουν πως κάθε άνδρας και κάθε γυναίκα φέρει μέσα του τη δύναμη του Σίβα και της Σακτί. Αν γνωρίζουμε τους κατάλληλους τρόπους για να τιμήσουμε και να λατρέψουμε ο ένας τον άλλο, μπορούμε, τη στιγμή της ένωσής μας, να αναπαρα­στήσουμε την αρχέγονη και μακάρια ένωση του Θεού και της Θεάς. Και μέσω αυτής της ένωσης να αποκτήσουμε φωτισμένη συναίσθηση.



Margot Anand
"Η Τέχνη της καθημερινής Έκστασης"