Έχω διαβάσει μια όμορφη ιστορία από τον Σελ Σίλβερσταϊν που ονομάζεται Το Γενναιόδωρο Δέντρο. Κάποτε υπήρχε ένα αρχαίο και μεγαλοπρεπές δέντρο, με κλαδιά που απλώνονταν ως τον ουρανό. Όταν άνθιζε, πεταλούδες κάθε σχήματος, χρώματος και μεγέθους έρχονταν και χόρευαν γύρω του. Όταν έκανε καρπούς, πουλιά από μακρινά μέρη έρχονταν κοντά του. Τα κλαδιά ήταν σαν απλωμένα χέρια στους ανέμους, όλα έδειχναν πολύ όμορφα.
Ένα μικρό αγόρι ερχόταν και έπαιζε κάτω από το δέντρο κάθε μέρα, και το μεγάλο αρχαίο δέντρο ερωτεύτηκε το μικρό αγόρι.
Το μεγάλο, το ηλικιωμένο μπορεί να αγαπήσει το μικρό, το νεαρό, αν το μεγάλο δεν κουβαλάει την ιδέα ότι είναι μεγάλο.
Το δέντρο δεν κουβαλούσε την ιδέα ότι ήταν μεγάλο - μόνο τα ανθρώπινα όντα κουβαλάνε αυτή την ιδέα - και έτσι ερωτεύτηκε το αγόρι.
Ο εγωισμός προσπαθεί πάντα να ερωτευτεί το μεγάλο. Ο εγωισμός προσπαθεί να συσχετίζεται με πράγματα μεγαλύτερα από τον ίδιο. Όμως για την αγάπη κανένας δεν είναι μεγάλος ή μικρός. Η αγάπη αγκαλιάζει οποιονδήποτε έρχεται κοντά της.
Έτσι το δέντρο ανέπτυξε μια αγάπη γι’ αυτό το μικρό αγόρι που ερχόταν να παίξει κοντά του. Τα κλαδιά του ήταν ψηλά, αλλά τα λύγιζε και υποκλινόταν για να μπορεί το αγόρι να κόψει τα λουλούδια του και να μαζεύει τα φρούτα του. Η αγάπη είναι πάντα έτοιμη να υποκλιθεί- ο εγωισμός δεν είναι ποτέ έτοιμος να υποκλιθεί. Αν πλησιάσετε τον εγωισμό, θα τεντωθεί κι άλλο προς τα πάνω, θα γίνει άκαμπτος για να μην μπορείτε να τον αγγίξετε. Εκείνος τον οποίον μπορεί κανείς να τον αγγίξει θεωρείται μικρός. Εκείνος που δεν μπορεί να αγγίξει κανείς, που βρίσκεται στο θρόνο της εξουσίας στην πρωτεύουσα, θεωρείται μεγάλος.
Το παιχνιδιάρικο παιδί έρχεται, και το δέντρο χαμηλώνει τα κλαδιά του. Όταν το παιδί έκοβε μερικά λουλούδια το δέντρο ένιωθε αμέσως ικανοποιημένο, ολόκληρο το είναι του γέμιζε με τη χαρά της αγάπης. Η αγάπη είναι χαρούμενη όταν μπορεί να δώσει κάτι, ο εγωισμός είναι χαρούμενος όταν μπορεί να πάρει κάτι.
Το αγόρι μεγάλωσε. Μερικές φορές κοιμόταν στην αγκαλιά του δέντρου, μερικές φορές έτρωγε τα φρούτα του, και μερικές φορές φορούσε ένα στέμμα φτιαγμένο από τα λουλούδια του δέντρου και έπαιζε τον βασιλιά της ζούγκλας.
Ένα άτομο γίνεται σαν βασιλιάς όταν υπάρχουν τα λουλούδια της αγάπης, αλλά γίνεται φτωχός και δυστυχισμένος όταν είναι παρόντα τα αγκάθια του εγωισμού.
Το να βλέπει το αγόρι να φοράει ένα στέμμα από λουλούδια και να χορεύει γέμιζε το δέντρο με χαρά. Ένευε με αγάπη· τραγουδούσε στο αεράκι. Το αγόρι μεγάλωσε ακόμη περισσότερο. Άρχισε να σκαρφαλώνει στο δέντρο για να κρεμαστεί από τα κλαδιά του. Το δέντρο ένιωθε πολύ ευτυχισμένο όταν το αγόρι ξάπλωνε στα κλαδιά του. Η αγάπη είναι ευτυχισμένη όταν προσφέρει παρηγοριά σε κάποιον ο εγωισμός είναι ευτυχισμένος μόνο όταν παίρνει την παρηγοριά κάποιου.
Με το πέρασμα του χρόνου το αγόρι φορτώθηκε με το βάρος άλλων υποχρεώσεων. Ήρθαν οι φιλοδοξίες· είχε εξετάσεις να περάσει' είχε φίλους να κερδίσει, κι έτσι δεν ερχόταν τακτικά. Όμως το δέντρο τον περίμενε με ανυπομονησία να έρθει. Φώναζε από την ψυχή του, «Έλα. Έλα. Σε περιμένω».
Η αγάπη περιμένει πάντα να έρθει ο αγαπημένος. Η αγάπη είναι προσμονή. Το δέντρο ένιωσε λυπημένο όταν το αγόρι δεν ήρθε. Η αγάπη έχει μόνο μία λύπη: όταν δεν μπορεί να μοιραστεί η αγάπη είναι θλιμμένη όταν δεν μπορεί να δώσει. Η αγάπη είναι χαρούμενη όταν μπορεί να μοιραστεί. Όταν η αγάπη μπορεί να δώσει ολοκληρωτικά, τότε είναι πιο χαρούμενη.
Το αγόρι μεγάλωσε ακόμη περισσότερο και οι ημέρες που ερχόταν στο δέντρο έγιναν ακόμη πιο λίγες. Όποιος μεγαλώνει όλο και περισσότερο στον κόσμο των φιλοδοξιών έχει όλο και λιγότερο χρόνο για την αγάπη. Το αγόρι ήταν τώρα φιλόδοξο και απασχολημένο με εγκόσμιες υποθέσεις: «Ποιο δέντρο; Γιατί να το επισκεφτώ;»
Μια μέρα, καθώς περνούσε, το δέντρο του φώναξε, «Άκου!» Η φωνή του καλούσε στον αέρα, «Άκου! Σε περιμένω αλλά δεν έρχεσαι. Σε περιμένω κάθε ’μέρα».
Το αγόρι είπε, «Τι έχεις για να έρθω σε εσένα; Ψάχνω για χρήματα».
Ο εγωισμός έχει πάντα κίνητρο: «Τι έχεις να προσφέρεις για να έρθω σε εσένα; Μπορώ να έρθω αν έχεις κάτι να μου δώσεις. Διαφορετικά, δεν υπάρχει λόγος να έρθω». Ο εγωισμός έχει πάντα κίνητρο, σκοπό. Η αγάπη δεν έχει κίνητρο, δεν έχει σκοπό. Η ίδια η αγάπη είναι η ανταμοιβή της.
Το ξαφνιασμένο δέντρο είπε, «Θα έρθεις μόνο αν σου δώσω κάτι; Θα σου δώσω όλα όσα έχω».
Αυτό που κρατάει πράγματα για τον εαυτό του δεν είναι αγάπη. Ο εγωισμός κρατάει για τον εαυτό του, η αγάπη δίνει άνευ όρων.
«Όμως δεν έχω χρήματα. Αυτά είναι μονάχα μια ανθρώπινη εφεύρεση. Εμείς τα δέντρα δεν έχουμε αυτή την ασθένεια, και είμαστε χαρούμενα», είπε το δέντρο. «Επάνω μας φυτρώνουν λουλούδια. Πολλοί καρποί μεγαλώνουν επάνω μας. Προσφέρουμε ανακουφιστική σκιά. Χορεύουμε στο αεράκι και τραγουδάμε τραγούδια. Αθώα πουλιά χοροπηδάνε στα κλαδιά μας και κελαηδάνε επειδή δεν έχουμε χρήματα. Τη μέρα που θα ανακατευτούμε με χρήματα, θα γίνουμε χυδαία και δυστυχισμένα σαν εσάς τα ανθρώπινα όντα που κάθεστε μέσα τους ναούς και ακούτε τα κηρύγματα για το πώς να αποκτήσετε γαλήνη, πώς να βρείτε την αγάπη. Όχι, όχι, δεν έχουμε χρήματα».
Το αγόρι είπε, «Τότε γιατί να έρθω σε εσένα; Θα πρέπει να πάω εκεί που υπάρχουν χρήματα. Χρειάζομαι χρήματα». Ο εγωισμός ζητάει χρήματα επειδή τα χρήματα είναι δύναμη. Ο εγωισμός χρειάζεται δύναμη.
Το δέντρο σκέφτηκε καλά και μετά συνειδητοποίησε κάτι και είπε, «Άκου τι θα κάνεις. Μάζεψε όλους μου τους καρπούς και πούλησέ τους. Μπορείς να αποκτήσεις χρήματα έτσι».
Το αγόρι χάρηκε αμέσως. Σκαρφάλωσε και μάζεψε όλους τους καρπούς από το δέντρο- τίναξε τα κλαδιά για να πέσουν ακόμη και τα άγουρα φρούτα. Τα κλαδιά έσπασαν, τα φύλλα έπεσαν από τη βίαιη πράξη. Το δέντρο ένιωσε πολύ χαρούμενο, ευτυχισμένο. Ακόμη κι αν η αγάπη σπάσει, νιώθει χαρούμενη. Όμως ο εγωισμός δεν είναι χαρούμενος ακόμη και όταν παίρνει… ο εγωισμός είναι μονάχα δυστυχισμένος.
Το αγόρι δεν έριξε ούτε μια ματιά πίσω για να ευχαριστήσει το δέντρο. Όμως το δέντρο δεν το πρόσεξε αυτό. Το ευχαριστώ του ήταν όταν το αγόρι αποδέχτηκε την προσφορά της αγάπης του: να μαζέψει και να πουλήσει τα φρούτα του.
Το αγόρι δεν επέστρεψε για πολύ καιρό. Τώρα είχε χρήματα μα ήταν απασχολημένος με την προσπάθεια να βγάλει περισσότερα χρήματα μέσα από αυτά τα χρήματα. Είχε ξεχάσει τελείως το δέντρο. Πέρασαν χρόνια. Το δέντρο ήταν θλιμμένο. Λαχταρούσε την επιστροφή του αγοριού, όπως μια μητέρα τα στήθη της οποίας είναι γεμάτα με γάλα αλλά το παιδί της έχει χαθεί. Όλο της το είναι λαχταρά το παιδί της. Θέλει να βρει το παιδί της για να έρθει και να την ξαλαφρώσει. Τέτοια ήταν η εσωτερική κραυγή του δέντρου. Όλο του το είναι πονούσε.
Μετά από πολλά χρόνια, ενήλικας τώρα, το αγόρι ήρθε στο δέντρο. Το δέντρο είπε, «Έλα σε εμένα. Έλα σε εμένα και αγκάλιασέ με».
Ο άνδρας είπε, «Σταμάτα αυτές τις ανοησίες. Αυτό ήταν κάτι παιδικό». Ο εγωισμός θεωρεί την αγάπη ανοησία, μια παιδιάστικη φαντασία.
Όμως το δέντρο τον κάλεσε: «Έλα, κρεμάσου από τα κλαδιά μου. Έλα να χορέψεις μαζί μου».
Ο άνδρας απάντησε, «Σταμάτα αυτές τις άχρηστες κουβέντες! Θέλω να φτιάξω ένα σπίτι. Μπορείς να μου δώσεις ένα σπίτι;»
Το δέντρο αναφώνησε: «Ένα σπίτι; Εγώ ζω χωρίς σπίτι».
Μόνο τα ανθρώπινα όντα ζουν σε σπίτια. Κανένας άλλος σε αυτόν τον κόσμο δεν ζει σε ένα σπίτι εκτός από εκείνους. Και βλέπετε την κατάστασή τους - την κατάσταση αυτού του ανθρώπινου όντος που ζει μέσα σε ένα σπίτι; Όσο μεγαλύτερο είναι το σπίτι, τόσο πιο μικρό γίνεται το ανθρώπινο ον.
«Εμείς δεν ζούμε σε σπίτια. Όμως μπορείς να κάνεις κάτι, μπορείς να κόψεις και να πάρεις τα κλαδιά μου - τότε θα μπορείς να χτίσεις ένα σπίτι».
Χωρίς να χάσει χρόνο, ο άνδρας έφερε ένα τσεκούρι και έκοψε όλα τα κλαδιά από το δέντρο. Τώρα το δέντρο ήταν μονάχα ένας γυμνός κορμός. Όμως το δέντρο ήταν πολύ χαρούμενο. Η αγάπη είναι χαρούμενη ακόμη κι αν τα άκρα της κοπούν για χάρη του αγαπημένου της. Η αγάπη είναι δοτική· η αγάπη είναι πάντοτε έτοιμη να μοιραστεί.
Ο άνδρας δεν έκανε καν τον κόπο να γυρίσει να κοιτάξει το δέντρο. Έχτισε το σπίτι του. Και οι μέρες πέρασαν και έγιναν χρόνια.
Ο κορμός περίμενε και περίμενε. Ήθελε να τον φωνάξει, αλλά δεν είχε ούτε κλαδιά ούτε φύλλα για να του δώσουν φωνή. Οι άνεμοι φυσούσαν, αλλά εκείνο δεν μπορούσε να φωνάξει. Και ωστόσο μέσα στην ψυχή του αντηχούσε μόνο ένα πράγμα: «Έλα. Έλα, αγαπημένε μου. Έλα».
Πέρασε πολύς καιρός και ο άνδρας είχε τώρα γεράσει. Κάποτε περνούσε από εκεί και ήρθε και στάθηκε δίπλα στο δέντρο.
Το δέντρο ρώτησε: «Τι άλλο μπορώ να κάνω για σένα; Ήρθες μετά από τόσο πολύ καιρό».
Ο γέρος είπε: «Τι μπορείς να κάνεις για μένα; Θέλω να πάω σε μακρινές χώρες για να κερδίσω περισσότερα χρήματα. Χρειάζομαι ένα πλοίο, για να ταξιδέψω».
Ευτυχισμένο, το δέντρο είπε: «Κόψε τον κορμό μου, και φτιάξε ένα πλοίο από αυτόν. Θα χαρώ πολύ να γίνω το πλοίο σου και να σε βοηθήσω να πας σε μακρινές χώρες για να βγάλεις χρήματα. Να θυμάσαι όμως να προσέχεις και να γυρίσεις σύντομα. Θα περιμένω πάντα την επιστροφή σου».
Ο άνδρας έφερε ένα πριόνι, έκοψε τον κορμό, έφτιαξε ένα πλοίο, και σάλπαρε.
Τώρα το δέντρο είναι ένα μικρό κούτσουρο. Και περιμένει να επιστρέψει ο αγαπημένος του. Περιμένει και περιμένει και περιμένει. Όμως τώρα δεν έχει απομείνει τίποτε για να προσφέρει. Ίσως ο άνδρας να μην επιστρέψει ποτέ κοντά του· ο εγωισμός πηγαίνει μόνο εκεί που έχει να κερδίσει κάτι. Ο εγωισμός δεν πηγαίνει εκεί που δεν υπάρχει τίποτε για να κερδίσει.
Ξεκουραζόμουν κοντά σε αυτό το κούτσουρο ένα βράδυ. Μου ψιθύρισε: «Εκείνος ο φίλος μου δεν έχει γυρίσει ακόμη. Ανησυχώ πολύ μήπως πνίγηκε, ή μήπως χάθηκε. Ίσως να χάθηκε σε κάποια από εκείνες τις μακρινές χώρες. Ίσως να μην είναι καν ζωντανός τώρα. Πόσο θα ήθελα να μάθω νέα του! Καθώς πλησιάζω στο τέλος της ζωής μου, θα ήμουν ικανοποιημένος αν τουλάχιστον λάμβανα μερικά νέα του. Μετά θα μπορούσα να πεθάνω ευτυχισμένο. Όμως δεν θα ερχόταν ακόμη κι αν μπορούσα να τον καλέσω. Δεν έχω τίποτε πια να δώσω και εκείνος ξέρει μόνο να παίρνει».
Ο εγωισμός ξέρει μόνο να παίρνει. Η αγάπη ξέρει μόνο να δίνει.
Δεν θα πω τίποτε περισσότερο από αυτό. Αν η ζωή μπορεί να γίνει σαν αυτό το δέντρο, να απλώσει τα κλαδιά της μακριά και πλατιά ώστε να μπορούν να βρουν όλοι καταφύγιο στη σκιά του, να ανοίξει την αγκαλιά της σε όλους, τότε θα καταλάβουμε τί είναι η αγάπη. Δεν υπάρχουν γραφές, δεν υπάρχουν δόγματα για την αγάπη. Δεν υπάρχει καμία ομάδα αρχών για την αγάπη.
Καθώς ήρθα για να πω όλα αυτά, αναρωτιόμουν τί θα σας έλεγα για την αγάπη. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράφεις την αγάπη. Θα μπορούσα απλά να έρθω και να καθίσω - αν μπορούσε να καθρεφτιστεί στα μάτια μου, ίσως να ήταν αρκετό, ή αν μπορούσατε να τη νιώσετε με τις κινήσεις των χεριών μου, θα την βλέπατε και θα έλεγα: Αυτό είναι η αγάπη.
Τι είναι η αγάπη όμως; Αν δεν μπορείτε να τη δείτε στα μάτια μου, αν δεν μπορείτε να τη νιώσετε στις κινήσεις των χεριών μου, τότε σίγουρα δεν μπορείτε να την αισθανθείτε μέσα από τα λόγια μου.
Είμαι πολύ ευγνώμων που με ακούσατε με τέτοια αγάπη και σιωπή. Και τώρα, για να τελειώσω, υποκλίνομαι στον θεό που κατοικεί μέσα σε όλους σας. Παρακαλώ αποδεχτείτε την προσφορά του σεβασμού μου.
OSHO
Το sex μετράει