Η σεξουαλική επαφή είναι το απόλυτο πλησίασμα δύο ανθρώπων, η τέλεια απτική εμπειρία, όταν, σαν τις αμοιβάδες, γινόμαστε οι δυο ένας. Παριστάνουμε ότι καταβροχθίζουμε και χωνεύουμε ο ένας τον άλλον, ότι θηλάζουμε ο ένας τον άλλον, ότι πίνουμε τα υγρά του άλλου και κυριολεκτικά μπαίνουμε ο ένας κάτω από το πετσί του άλλου.
Όταν φιλιόμαστε, μοιραζόμαστε μιαν ανάσα, ανοίγοντας το μανταλωμένο κάστρο του σώματός μας για να μπει το αγαπημένο πρόσωπο. Βρίσκουμε καταφύγιο κάτω από ένα ζεστό δίχτυ φιλιών. Πίνουμε από την πηγή του στόματος του συντρόφου μας. Ξεκινώντας ένα ταξίδι φιλιών στο σώμα του άλλου, χαρτογραφούμε τις νέες περιοχές με τ’ ακροδάχτυλα και τα χείλη μας, σταματώντας στην όαση μιας ρώγας, το λοφάκι ενός μηρού, το φιδο-γυριστό ρέμα της ραχοκοκαλιάς. Είναι ένα προσκύνημα της αφής, που μας οδηγεί στο ναό του πόθου μας.
Πολύ συχνά αγγίζουμε τα γεννητικά όργανα του αγαπημένου μας πριν ακόμα τα δούμε. Κατά κανόνα όμως, τα υπολείμματα του πουριτανισμού μας δε μας επιτρέπουν να εκτεθούμε γυμνοί στο άλλο άτομο, αν δε φιληθούμε κι αγκαλιαστούμε πρώτα. Υπάρχει μια ετικέτα, ένα πρωτόκολλο, ακόμα και στο παρορμητικό και βιαστικό σεξ. Αλλά τα φιλιά επιτρέπονται από την αρχή στο ζευγάρι κι αν νοιάζεται ο ένας για τον άλλον, τότε τα φιλιά αποτελούν λιγότερο ένα προκαταρκτικό στάδιο της συνουσίας και περισσότερο μια ένδειξη βαθιάς στοργής κι εκτίμησης.
Υπάρχουν άγρια, πεινασμένα φιλιά, φιλιά παιχνιδιάρικα, όπως υπάρχουν φιλιά ανάλαφρα και απαλά σαν πούπουλα. Λες και στην πολύπλοκη γλώσσα της αγάπης υπάρχει μια λέξη που προφέρεται μόνον όταν χείλη αγγίζουν χείλη, ένα μυστικό συμβόλαιο που σφραγίζεται με το φιλί.
Το σεξ μπορεί να είναι συχνά ωμό, ξερό και αντιρομαντικό, μα ένα φιλί αποτελεί το αποκορύφωμα του αισθησιασμού, μια δαπάνη χρόνου και μια επέκταση του πνεύματος στο γλυκό βάσανο της ρομαντικής αγάπης, όταν τα κόκαλά σου τρέμουν, η απαντοχή φτάνει στο κατακόρυφο, μα η ικανοποίηση καθυστερείται επίτηδες, σ’ ένα υπέροχο μαρτύριο, για να δημιουργηθεί ένα συνταρακτικό κρεσέντο συγκίνησης και πάθους.
Όταν πήγαινα γυμνάσιο στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα, τα καλά κορίτσια δεν προχωρούσαν μέχρι την ολοκλήρωση - οι περισσότερες άλλωστε δεν είχαμε ιδέα πώς γινόταν αυτό.
Αλλά, Θεέ μου, πώς φιλούσαμε!
Φιλιόμασταν επί ώρες στο ξεχαρβαλωμένο μπροστινό κάθισμα μιας παλιοσακαράκας.
Φιλούσαμε με ένταση, αγκαλιάζοντας από πίσω το φίλο μας καθώς ανεβαίναμε στη μοτοσικλέτα του και οι λαγόνες μας έλιωναν από τις δονήσεις.
Φιλιόμασταν παθιασμένα σ’ ένα παγκάκι του πάρκου ή κάτω από τα δέντρα του ζωολογικού κήπου.
Φιλούσαμε φλογερά, με γλώσσες σαν καυτές βέργες* φιλούσαμε χωρίς αίσθηση του χρόνου, γνωρίζοντας ότι οι ερωτευμένοι όλων των εποχών ένιωθαν τη λαχτάρα μας.
Φιλούσαμε πρωτόγονα, σχεδόν επώδυνα, με σκληρότητα και δύναμη που έκοβε την ανάσα.
Φιλούσαμε ντελικάτα, σουφρώνοντας τα χείλη και ρουφώντας.
Φιλούσαμε μεθοδικά, λες και ήμαστε οι πρώτοι που επινοήσαμε το φίλημα. Φιλιόμασταν κλεφτά όταν συναντιόμασταν στους διαδρόμους του σχολείου στα διαλείμματα.
Φιλούσαμε με την ψυχή μας στις σκοτεινές αίθουσες συναυλιών, όπως φανταζόμασταν ότι φιλούσαν οι ιππότες της παθιάρικης μουσικής, σαν τους Ράιτσους Μπράδερς, τις δεσποσύνες τους.
Φιλούσαμε κομμάτια ρουχισμού ή αντικείμενα που ανήκαν στους αγαπημένους μας· φιλούσαμε τα χέρια μας για να στείλουμε φιλιά στο φίλο μας όταν τον βλέπαμε να περνάει στο απέναντι πεζοδρόμιο.
Φιλούσαμε το μαξιλάρι μας τις νύχτες, παριστάνοντας ότι ήταν ο σύντροφός μας.
Φιλούσαμε ξεδιάντροπα, με όλο το πάθος της νιότης.
Φιλούσαμε λες και τα φιλιά θα μας έσωζαν από τον εαυτό μας.
Ένα φιλί μοιάζει ν’ αποτελεί μια πολύ μικρή κίνηση των χειλιών, αλλά μπορεί να κλείσει μέσα του έντονα συναισθήματα ή να σφραγίσει μια συμφωνία ή να διαλύσει ένα μυστήριο.
Ίσως το πιο διάσημο φιλί στον κόσμο είναι το γλυπτό του Ροντέν που τιτλοφορείται «Το φιλί», όπου δύο εραστές, καθισμένοι σ’ ένα βράχο, αγκαλιάζονται τρυφερά ακτινοβολώντας πάθος και φιλιούνται αιώνια. Με το δεξί της χέρι τυλιγμένο γύρω από το σβέρκο του άντρα, η γυναίκα μοιάζει να εκστασιάζεται ή να τραγουδάει μέσα στο στόμα του. Καθώς εκείνος ακουμπάει την ανοιγμένη δεξιά του παλάμη στο μηρό της, ένα μηρό που τον γνωρίζει πολύ καλά και τον λατρεύει, δείχνει έτοιμος να παίξει το πόδι της σαν να πρόκειται για μουσικό όργανο.
Τυλιγμένοι ο ένας μέσα στον άλλον, κολλημένοι με την αφή στον ώμο, το χέρι, τη γάμπα, το γοφό και το στήθος, σφραγίζουν τη μοίρα τους με το στόμα τους. Οι γάμπες και τα γόνατα του άντρα είναι τέλεια σμιλευμένα, οι αστράγαλοι της γυναίκας αποπνέουν δύναμη και θηλυκότητα και οι γλουτοί, η μέση και το στήθος της είναι τροφαντά και γεμάτα καμπύλες. Σε κάθε εκατοστό των σωμάτων τους διαβάζεις την έκσταση.
Μολονότι στην πραγματικότητα αγγίζονται σε λίγα μόνο σημεία, μοιάζει να εφάπτονται όλα τους τα κύτταρα.
Και το κυριότερο, δείχνουν να έχουν ξεχάσει όλους τους γύρω -εμάς, το γλύπτη κι οτιδήποτε άλλο υπάρχει πάνω στη γη εκτός από τους ίδιους.
Μοιάζει σαν να έχουν πέσει ο ένας μέσα στο πηγάδι του άλλου, κι όχι μόνο είναι απορροφημένοι ο καθένας στον εαυτό του, αλλά κυριολεκτικά ο ένας έχει απορροφήσει τον άλλον.
Ο Ροντέν, που συχνά κρατούσε κρυφές σημειώσεις και σχεδίαζε διάφορες ασήμαντες κινήσεις που έκαναν τα μοντέλα του, έχει δώσει σ’ αυτούς τους εραστές μια ζωντάνια και μια συγκίνηση που σπάνια μπορεί ν’ αποτυπώσει ο μπρούντζος με τη γαλήνη που αποπνέει ως υλικό. Μόνο τα άνετα, αυθόρμητα χάδια και φιλιά αληθινών εραστών θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν το πρότυπο ενός τέτοιου έργου.
Ο Ρίλκε παρατηρεί πως ο Ροντέν κατάφερνε να γεμίζει τα γλυπτά του «με αυτή τη βαθιά εσωτερική ζωντάνια, με την πλούσια και θαυμαστή αέναη κίνηση της ζωής. Ακόμα και η γαλήνη, εκεί όπου υπάρχει, αποτελείται από εκατοντάδες εκατοντάδων στιγμές κίνησης, που η καθεμιά εξισορροπεί τις άλλες...
Εδώ υπήρχε άμετρος πόθος και μια δίψα τόσο μεγάλη ώστε όλα τα νερά του κόσμου στέγνωσαν μέσα του σαν μία και μοναδική σταγόνα».
diane ackerman
"η ιστορία των αισθήσεων"