Σελίδες

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Η αγάπη απαιτεί να εγκαταλείψεις το Εγώ σου

Ερωτήσεις που αφορούν την συντροφικότητα και απαντήσεις από τον ψυχοθεραπευτή Michael Soth

Μέρος πρώτο

Τι είναι ένα ζευγάρι; Εξελίσσεται η αγάπη; Πως μπορούμε να διατηρήσουμε μια σχέση ζωντανή στο χρόνο; Πως μπορούμε να θεραπεύσουμε αυτό το σύνολο που αποκαλούμε ζευγάρι; 
Αυτά και άλλα πολλά απαντάει στη Γεωργία Χρήστου και στην Εναλλακτική Δράση ο Συνθετικός, Σχεσιακός, Σωματικός ψυχοθεραπευτής Michael Soth 

Michael, γιατί χρειαζόμαστε τη συντροφικότητα; Είναι μια έμφυτη ανάγκη ή απλά κάτι που μάθαμε από την κοινωνία και προσπαθούμε να αναπαράγουμε;
Φαίνεται πως η ανάγκη για συντροφικότητα είναι βαθιά χαραγμένη στην ανθρώπινη βιολογία – άλλωστε, είμαστε θηλαστικά, ως νεογέννητα είμαστε εξαρτημένα από το κοινωνικό μας περιβάλλον, τους γονείς και τους παππούδες μας για μία εξαιρετικά μακρά περίοδο. Όπως μας δίδαξε η διαπροσωπική νευροβιολογία, είμαστε βαθιά κοινωνικά όντα και η ταυτότητά μας είναι κατασκευασμένη κοινωνικά. 


Σύμφωνα με τον νευροεπιστήμονα συναισθημάτων Jaak Panksepp, ο εγκέφαλός μας διαθέτει επτά έμφυτα μονοπάτια και συστήματα (βλ. https://www.youtube.com/watch?v=65e2qScV_K8), κάποια από τα οποία είναι σχεδιασμένα για να εγκαθιδρύουν και να διευκολύνουν τους δεσμούς μας με άλλους ανθρώπους.
O John Bowlby (https://www.youtube.com/watch?v=3LM0nE81mIE) ήταν εκείνος που μελέτησε τον ανθρώπινο δεσμό και τι μπορεί να πάει στραβά με αυτόν στην πρώιμη παιδική ανάπτυξη και έτσι τον έβαλε στο χάρτη της ψυχολογίας, της ψυχανάλυσης και της ιατρικής φροντίδας.

Ενώ ο Freud πίστευε ότι οι άνθρωποι καθοδηγούνται από ενορμήσεις και αναζητούν την απόλαυση, από τη δεκαετία του ’50 και μετά, υπήρξε μια σημαντική φιλοσοφική στροφή στη σκέψη όπως η αναζήτηση αντικειμένου (Fairbairn), η οποία οδήγησε αργότερα στην ιδέα της πρωταρχικής διυποκειμενικότητας (π.χ. ότι οι άνθρωποι αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο από τη γέννηση και μετά ως αλληλένδετα υποκείμενα με ικανότητα δράσης και αλληλεπίδρασης (https://www.youtube.com/watch?v=pW42_wYNGWk). Από την άλλη πλευρά, η μοναχικότητα και τα ευεργετικά της οφέλη υποτιμούνται σε μεγάλο βαθμό, ειδικά όσο μεγαλώνουμε (υπάρχει ένα βιβλίο πάνω σε αυτό το θέμα από έναν γνωστό Γιουγκιανό συγγραφέα, τον Antony Storr).

Αλλά το βαθύτερο ερώτημα είναι: Τι είδους σύνδεση έχουμε με τους άλλους; Είναι η σύνδεσή μας αυτή μία έκφραση των εγγενών αναγκών μας; Ορισμένοι από τους τρόπους με τους οποίους προσπαθούμε να συνδεθούμε με τους άλλους είναι ξεκάθαρα εθιστικοί, αλληλοεξαρτώμενοι και ουσιαστικά μια απόδραση από την οικειότητα. Οπότε σε μια τέτοια περίπτωση, οι άλλοι γίνονται ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιούμε για να καλύψουμε τις πληγές μας και να αποστασιοποιηθούμε από τα ευαίσθητα κομμάτια μας. Ως εκ τούτου, η συντροφικότητα αυτή δεν χαρακτηρίζεται από αγάπη και δεν πηγάζει από τρυφερότητα, αλλά από αίτημα να εκπληρωθούν οι ανάγκες μας και να χρησιμοποιήσουμε τους άλλους ως αντικείμενα και ως μέσα επιβράβευσης.

Στη Δύση, ζούμε στην εποχή μιας επιδημίας ναρκισσισμού, με αποτέλεσμα οι εγγενείς ανάγκες μας για σύνδεση με τους άλλους να θάβονται και να κρύβονται κάτω από στρώματα και στρώματα αποσύνδεσης, εθισμών και αμυνών, π.χ. σχέσεις ως ένα ψευδές υποκατάστατο των βαθύτερων αναγκών. Επομένως, σε αυτό το είδος πολιτισμικού κλίματος – όπου η ανθρώπινη καρδιά λιμοκτονεί μπροστά από έναν μπουφέ τεράστιας ποικιλίας – οι προσπάθειες των ανθρώπων για συντροφικότητα διαμορφώνονται και επηρεάζονται από τις κοινωνικές νόρμες και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 
Όσο όμως δεν μπερδεύουμε τα likes του Facebook με τη συντροφικότητα, ή τη ναρκισσιστική μας λαχτάρα για αγάπη, η εγγενής ανάγκη για συντροφικότητα είναι διαυγής και ορατή. Η ανθρώπινη ψυχή και η επιθυμία μας για αγάπη και πραγματική σύνδεση είναι άφθαρτη και συνεχώς επιζητά τρόπους να μετατρέψει το πιο ανόητο τσίρκο διασημοτήτων σε ένα ταξίδι της καρδιάς και την πιο παραμελημένη έρημο σε ένα κήπο γεμάτο τριαντάφυλλα.

Υπάρχουν κάποια διακριτά στάδια τα οποία περνούν οι διαπροσωπικές σχέσεις; Αν ναι, μπορείτε να τα συνοψίσετε;
Σε έναν «ιδανικό» κόσμο, οι σχέσεις ξεκινούν με τον έρωτα. Και με τον έρωτα, οι σχέσεις ξεκινούν σε έναν «ιδανικό» κόσμο. Ωστόσο, ένα γνωστό ρητό λέει ότι “το να ερωτευτούμε είναι εύκολο, κάθε ανόητος μπορεί να ερωτευθεί”. Το δύσκολο και κοπιαστικό κομμάτι είναι να μάθουμε να αγαπάμε, η πραγματική καθημερινή μας ικανότητα να αγαπάμε τον άλλον όπως είναι (αντί να πιέζουμε και να πλάθουμε τους άλλους σε ένα καλούπι έτσι όπως εμείς χρειαζόμαστε να είναι).

Οπότε ένας τρόπος για να περιγράψουμε το ταξίδι προς την ώριμη σχέση είναι από την άγνοια του έρωτα προς τη λήψη ευθυνών της αγάπης. Τότε η ερώτηση αλλάζει από το «μ’ αγαπάς» στο «το νιώθεις ότι σ’ αγαπώ;». Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού, μία από τις κρισιμότερες φάσεις που ένα ζευγάρι περνά είναι η απογοήτευση μετά την αρχική εξιδανίκευση: συνειδητοποιούμε ότι ο άλλος δεν είναι ο θεός ή η θεά την οποία ερωτευθήκαμε, που θα μας συμπληρώνει τέλεια και που θα κάνει την υπόλοιπη ζωή μας ευτυχισμένη με μηδέν κόπο. Αντιθέτως, η μυστηριώδης ετερότητα του άλλου – που αρχικά βρήκαμε ελκυστική – εύκολα μετατρέπεται σε εμπόδιο, ύστερα σε αντικείμενο τριβής και συχνά σε δυσαρέσκεια.

Οι θεραπευτές ζεύγους έχουν μια διαδεδομένη, αποδεκτή αρχή: «είτε το εξελίσσεις, είτε το παντρεύεσαι», δηλαδή: όποιες ικανότητες ή ποιότητες νιώθω ότι θέλω από τον άλλο, αργά ή γρήγορα χρειάζεται να βρω και να αναπτύξω κι εγώ μέσα μου. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει και τη σύγκρουση ανάμεσα στο ζευγάρι, και την ακύρωση της αρχικής – συνήθως ασυνείδητης «συμφωνίας» ανάμεσά τους όταν ξεκινούσαν τη σχέση τους. Γενικά μιλώντας, η κουλτούρα μας φαίνεται να αγνοεί να κατανοήσει ότι η τριβή σε ένα ζευγάρι έχει αναπτυξιακή λειτουργία – έχει σκοπό να χτίσει το χαρακτήρα μας, ή όπως ο Jung έλεγε, είναι μέρος της διαδικασίας εξατομίκευσης. Ο άλλος είναι η άμμος στο όστρακο που θα δημιουργήσει το μαργαριτάρι του Εαυτού μας. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένας ανώτερος σκοπός για τον οποίο τα ζευγάρια τσακώνονται και δυσκολεύονται, και ένα σημαντικό μέρος της θεραπείας ζεύγους είναι να βοηθήσει τους συντρόφους να ανακαλύψουν τον μεγαλύτερο αυτό σκοπό.

Στις περισσότερες σχέσεις, η αγάπη εμποδίζεται από τις βαθιά και μακροχρόνια εγκαθιδρυμένες συνήθειες και μοτίβα, οι περισσότερες από τις οποίες πηγάζουν από παιδικές εμπειρίες αγάπης ή έλλειψης αγάπης και από διαφορετικούς βαθμούς ανασφαλούς ή αποφευκτικού τύπου δεσμού. Μία απλή εικόνα γι’ αυτό είναι ότι κουβαλάμε παντού μαζί μας ένα αμυντικό οπλοστάσιο – μια σειρά προστατευτικών μηχανισμών που προστατεύουν την καρδιά μας – που εμποδίζει τη ροή της αγάπης ανάμεσα στο ζευγάρι.

Επομένως, υπάρχουν διαφορετικά στάδια στη ζωή ενός ζευγαριού όπου παγιδευόμαστε σε αυτά τα μοτίβα, προβάλλοντάς τα συνεχώς πάνω στον άλλο και πολλές φορές πυροδοτούνται από τον άλλο – και αν λάβουμε λίγη βοήθεια, μπορούμε να δουλέψουμε αυτά τα μοτίβα και τις άμυνες. Έτσι, τα ζευγάρια περνούν μέσα από στάδια συνειδητοποίησης πως ο καθένας κουβαλά παιδικές πληγές, οικογενειακές πληγές, πολιτισμικές πληγές – πως δεν έχουν σχέση μόνο δύο άτομα, αλλά δύο οικογένειες – και πως οι άμυνες ενάντια σε αυτές τις πληγές διαμορφώνουν το κλίμα του σπιτικού μας. Κουβαλάμε τους προγόνους μας μαζί μας και αυτοί «συνωστίζονται» στο σπίτι και στο υπνοδωμάτιό μας. Η Esther Perel, μια από τις σημαντικότερες θεραπεύτριες ζεύγους στον κόσμο, λέει ότι έχει κάνει τρεις γάμους στη ζωή της – με το ίδιο άτομο. Επομένως, υπάρχουν σίγουρα διακριτά στάδια στη σχέση ενός ζευγαριού τα οποία φαίνεται να διανύουμε και αντιστοιχούν στα στάδια του ταξιδιού της ζωής μας

Διαβάζω με έκπληξη στην περιγραφή του σεμιναρίου σας πως ένας από τους σκοπούς/ παρενέργειες της σχέσης είναι να καταστρέψει ο ένας τις άμυνες του άλλου. Τι εννοείτε ακριβώς;
Για πολλούς από εμάς, το μόνο πράγμα που μας κινητοποιεί επαρκώς για να δουλέψουμε σκληρά ώστε να αντιμετωπίσουμε τις δικές μας άμυνες είναι μια τρυφερή σχέση. Τις περισσότερες φορές, θεωρούμε αυτές τις άμυνες δεδομένες, ότι είναι εμείς, ότι είναι μέρος της ταυτότητάς μας. Αλλά στην πραγματικότητα είναι εμπόδιο για την εξέλιξη, την ωρίμανση και την ενσυναίσθηση, σαν ένας γυάλινος τοίχος που καλύπτει την καρδιά. 

Υπάρχει ένα όμορφο ποίημα του Rumi, που λέει:
«Αυτό που σε πονά, σε ευλογεί. Το σκότος είναι το κερί σου. Τα εμπόδιά σου είναι η αποστολή σου.
Θα μπορούσα να το εξηγήσω αυτό, αλλά θα σπάσει το γυάλινο τοίχο γύρω από την καρδιά σου και αυτό δεν θα μπορεί να διορθωθεί.
Πρέπει να έχεις και την πηγή του σκότους και εκείνη του φωτός. Αφουγκράσου και ξεκούρασε το κεφάλι σου κάτω από το δέντρο του δέους».

Συνεπώς, υπάρχει ένας βαθύς λόγους για να καταστρέψουν οι εραστές τον γυάλινο τοίχο που καλύπτει την καρδιά τους. Τα ζευγάρια πέφτουν ο ένας πάνω στις άμυνες του άλλου σαν ιππότες που θυσιάζονται στο απλωμένο σπαθί του άλλου. Χρειάζεται να θυμώνουμε με τις άμυνες του άλλου – ακόμα κι αν χρειαστεί να παλέψουμε με τις άμυνές του για τους δικούς μας προσωπικούς λόγους, υπάρχει ωστόσο λόγος που παλεύουμε, μια τελεολογία στους αέναους κύκλους των καυγάδων και των τριβών.

πηγή: https://enallaktikidrasi.com/