Σελίδες

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018

Η ψυχολογία του αγοριού

Η Πατριαρχία δεν αντιπροσωπεύει τον βαθύ και στέρεα δομημένο ανδρισμό. Ο αληθινός ανδρισμός δεν είναι βίαιος – δεν κακομεταχειρίζεται τίποτα. Η Πατριαρχία είναι ο εκφραστής του ανώριμου αρσενικού. Αντιπροσωπεύει την εικόνα της Ψυχολογίας του Αγοριού και, εν μέρει, την παθολογική πλευρά ή τη Σκιά της, και εκφράζει το καθυστερημένο αρσενικό που έχει καθηλωθεί σε επίπεδα ανωριμότητας.

Η Πατριαρχία κακοποιεί και τον ολοκληρωμένο ανδρισμό και την ολοκληρωμένη θηλυκότητα. Όσοι έχουν παγιδευτεί στις δομές και τη δυναμική της επιδιώκουν να επιβάλουν – φανερά ή κρυφά – την εξουσία τους και στις γυναίκες αλλά και στους άνδρες. Η Πατριαρχία στηρίζεται στον φόβο – τον φόβο του αγοριού ή του ανώριμου αρσενικού για τις γυναίκες, σίγουρα, αλλά και για τους άνδρες. Τα αγόρια φοβούνται τις γυναίκες. Φοβούνται, όμως, και τους πραγματικούς άνδρες.


Συχνά ακούμε να λένε για έναν άνδρα ότι «δεν ξέρει τι του γίνεται». Σε βαθύτερο επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι δεν βιώνει και δεν μπορεί να βιώσει τις βαθιές συνεκτικές δομές της φύσης του. Είναι κατακερματισμένος. Τα διασπασμένα κομμάτια που συνθέτουν την προσωπικότητά του είναι ασύνδετα μεταξύ τους και, το χειρότερο, ζουν τη δική τους σχεδόν αυτόνομη και συχνά χαοτική ζωή. Ο άνδρας που «δεν ξέρει τι του γίνεται», είναι εκείνος που, κατά πάσα πιθανότητα, δεν είχε την ευκαιρία να υποστεί κάποια μυητική διαδικασία που θα τον οδηγούσε στα θεμέλια του ανδρισμού του. Παρέμεινε αγόρι – όχι από δική του επιλογή, αλλά επειδή κανείς ποτέ δεν τον δίδαξε πώς να μεταμορφώνει τις αγορίστικες ενέργειες σε ανδρικές, και κανείς ποτέ δεν του έδειξε πώς να βρίσκει άμεση πρόσβαση στη θεραπευτική εμπειρία του εσωτερικού κόσμου των ανδρικών δυνατοτήτων.

Ο σύγχρονος πολιτισμός αντιμετωπίζει με συγκατάβαση – σχεδόν συμπάθεια – την ανωριμότητα. Είναι αλήθεια ότι το «αγόρι» που όλοι κλείνουμε μέσα μας, όταν αυτό κατέχει τη σωστή θέση στη ζωή μας, είναι η πηγή της χαράς, του παιχνιδιού, της ευχαρίστησης, της ενέργειας και του ανοιχτού μυαλού, γιατί είναι πάντα δεκτικό στο μέλλον και την περιπέτεια. Υπάρχει, όμως, και ένα άλλο είδος παιδικότητας, ο παιδισμός, που παραμένει εσαεί νηπιακός, δεν εξελίσσεται ποτέ και διαρκώς παρεμβαίνει τόσο στις ενδοψυχικές όσο και στις διαπροσωπικές σχέσεις μας, τη στιγμή που απαιτείται από εμάς ωριμότητα.

Όλες οι ανώριμες ανδρικές ενέργειες συνδέονται στενά και σε υπερβολικό βαθμό, θετικό ή αρνητικό, με το αρχέτυπο της Μητέρας, ενώ, συγχρόνως, πάσχουν από έλλειψη βιωμάτων του στοργικού και ώριμου ανδρισμού. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και στην περίπτωση που το αγόρι, στο οποίο το Οιδιπόδειο Παιδί ασκεί ισχυρή αρχετυπική επιρροή, έχει βιώσει ελλιπώς το πρότυπο του στοργικού ανδρισμού, δεν παύει να έχει πρόσβαση στις θετικές ιδιότητες του αρχετύπου. Αυτό είναι εφικτό επειδή το οιδιπόδειο παιδί διαπνέεται από δέος, έχει το απαιτούμενο πάθος και εκτιμά βαθιά την επικοινωνία με τον εσώτερο εαυτό του και με κάθε τι γύρω του. Είναι εγκάρδιο, συμπονετικό και δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς. Επίσης, λόγω της στενής σύνδεσης με τη μητέρα (την πρωταρχική σχέση), εμφανίζονται σε αυτό τα πρώτα δείγματα πνευματικότητας. Το αίσθημα της μυστικής σύνδεσης και αμοιβαίας σχέσης των πάντων που το χαρακτηρίζει, πηγάζει από τη βαθειά λαχτάρα του για την απέραντα στοργική, την απέραντα καλή, την αιώνια ωραία Μητέρα.

Εκείνη η Μητέρα δεν είναι η δική του θνητή μητέρα που, τις περισσότερες φορές, αναπόφευκτα, θα απογοητεύσει την ανάγκη του για τέλεια ή αιώνια αγάπη και φροντίδα. Η Μητέρα, την παρουσία της οποίας διαισθάνεται πέρα από αυτήν της δικής του μητέρας και πέρα από τη συγκίνηση και την ομορφιά του κόσμου (εκείνο που οι Έλληνες αποκαλούσαν Έρωτα), είναι εκείνη που βιώνει στα δικά του βαθιά συναισθήματα και στις εικόνες της εσωτερικής του ζωής. Είναι η Μεγάλη Μητέρα – η Μεγάλη Θεά, με τις χιλιάδες εκφράσεις, που συναντάμε στους μύθους και τους θρύλους όλων των πολιτισμών σε όλες τις εποχές.

Συχνά η ομορφιά και η οδύνη της αναζήτησης για την τέλεια ένωση με τη Μητέρα, τον παγιδεύει σε περιπέτειες από γυναίκα σε γυναίκα. Καμία, όμως, θνητή γυναίκα δεν μπορεί να τον ικανοποιήσει, γιατί αυτό που πραγματικά αναζητά είναι η αθάνατη Θεά. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε το σύνδρομο του Δον Ζουάν. Το οιδιπόδειο παιδί, με τις διογκωμένες αξιώσεις του εγώ, που υπερβαίνουν τα όρια του επιτρεπτού για τους θνητούς, δεν μπορεί να μείνει πιστό σε μια μόνο γυναίκα.
O Γιός της Μαμάς θέλει να παραμείνει ως έχει, όπως συμβαίνει με όλες τις ανώριμες ενέργειες. Δεν ενδιαφέρεται να κοπιάσει για να έλθει σε πραγματική ένωση με μια θνητή γυναίκα και να αντιμετωπίσει όλα εκείνα τα πολύπλοκα συναισθήματα που συμβαίνουν σε μια αληθινή σχέση. Δεν επιθυμεί να αναλάβει καμία τέτοια ευθύνη.

Όπως συμβαίνει με όλα τα ανώριμα ανδρικά αρχέτυπα, ο Ήρωας είναι κι αυτός υπερβολικά δεμένος με τη Μητέρα, με τη διαφορά ότι αυτός αισθάνεται την ακατανίκητη παρόρμηση να Την ξεπεράσει. Είναι παγιδευμένος σε μια πάλη μέχρι θανάτου με το θηλυκό στοιχείο. Επιθυμεί να το κατακτήσει για να επιβεβαιώσει τον ανδρισμό του. Οι μεσαιωνικοί θρύλοι που μιλούν για ήρωες και δεσποσύνες, ποτέ δεν μας λένε τι έγινε τελικά, αφ’ ότου ο ήρωας σκότωσε τον δράκο και παντρεύτηκε την πριγκίπισσα. Ποτέ δε μαθαίνουμε πως εξελίχθηκε ο γάμος τους, διότι ο Ήρωας, ως αρχέτυπο, δεν ξέρει τι να την κάνει την πριγκίπισσα άπαξ και την κερδίσει. Δεν ξέρει πώς να φερθεί όταν τα πράγματα επιστρέφουν στη φυσιολογική ροή τους.
Η πτώση του ήρωα έγκειται στο ότι ούτε ξέρει ούτε αποδέχεται τα ανθρώπινα όριά του. Απλούστατα, δεν συνειδητοποιεί ότι είναι θνητός. Η άρνηση του θανάτου – η υπέρτατη οριοθέτηση του ανθρώπινου βίου – είναι η ειδικότητά του.

Σ’ αυτό το σημείο, θα ήταν σκόπιμο να αναλογιστούμε λίγο και την ηρωική φύση του Δυτικού πολιτισμού μας. Κύριο μέλημα φαίνεται να είναι, όπως συχνά ακούμε, η «κατάκτηση» της φύσης, η χρησιμοποίηση και η εκμετάλλευσή της. Η ρύπανση και η καταστροφή του περιβάλλοντος αποτελούν τις πιο εμφανείς τιμωρίες για ένα τόσο χυδαίο και ανώριμο «μέλημα». Στο ίδιο πνεύμα, ο τομέας της Ιατρικής βασίζεται στην κρυφή ιδέα ότι η ασθένεια και κατ’ επέκταση ο ίδιος ο θάνατος μπορούν να εξαλειφθούν με τη βοήθεια της επιστήμης. Με λίγα λόγια, η σύγχρονη κοσμοθεωρία εμφανίζει εξαιρετική δυσκολία στην αποδοχή των ανθρώπινων ορίων. Όταν δεν γνωρίζουμε τα πραγματικά μας όρια, γινόμαστε αλαζόνες και, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να λογοδοτήσουμε γι αυτό.»