Σελίδες

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

Όταν το θύμα γίνεται θύτης...

Πολλοί άνθρωποι κουβαλούν μια λάθος εικόνα για τον εαυτό τους, μια εικόνα που κάποιος τους πρόβαλε, που τοποθέτησε στην ψυχή τους από όταν ήταν παιδιά, και πλέον πορεύονται με ένα πρόσωπο που δεν είναι δικό τους, οπότε δεν μπορούν να αναγνωρίσουν και πολύ περισσότερο να εμπιστευτούν την αληθινή τους ταυτότητα και να πιστέψουν στην αξία τους.
Εάν κάποιος έχει υποστεί βία από παιδί ή εάν εγκλωβίστηκε σε σχέσεις, όπου η αδικία, η αδιαφορία, η προδοσία, η αναμονή, η ματαίωση ράγισαν την αυτοεκτίμηση του, τότε η αξία του εκμηδενίζεται, η εμπιστοσύνη στον εαυτό του κομματιάζεται και ελκύεται από καταστάσεις που συντηρούν την υποβαθμισμένη του εικόνα, πιστεύοντας πως αυτό είναι το μόνο που του αξίζει. 
Επιλέγει αυτές τις καταστάσεις, γιατί έχει ταυτιστεί με την εικόνα ενός ανθρώπου που φαντάζεται πως δεν αξίζει να τυλίξει τον εαυτό του με ένα περίβλημα προστασίας, ενισχύοντας την αξία του μέσα από επιλογές που τον υποστηρίζουν.


Εάν έχει εκτεθεί σε επώδυνες καταστάσεις, κοιτά τους άλλους έντρομος πως και εκείνοι θα τον παρασύρουν σε καταστάσεις που θα αποβούν ολέθριες για την ψυχή του, γιατί πιστεύει πως αυτό του αξίζει. Τους προβάλει τον φόβο του και κάποιοι από αυτούς χρησιμοποιούν τον τρόμο του, επειδή διακρίνονται και οι ίδιοι από στοιχεία ελέγχου, όπως οι άνθρωποι του παρελθόντος του που εξουσίασαν τα συναισθήματά του, οπότε στο πρόσωπό τους βρίσκει το θύτη που τους μοιάζει.
Οι θύτες έχουν υποστεί και οι ίδιοι βία που αναμοχλεύεται στην ψυχή τους, μόνο που εκείνοι επέλεξαν την ταύτιση με το θύτη τους, υιοθέτησαν το ρόλο του επιτιθέμενου και κακοποιούν τους άλλους. Ελκύονται από το συναίσθημά του θύματος, γιατί τους θυμίζει τον τρόμο που βίωσαν ως παιδιά και εκμεταλλεύονται το συναίσθημα που τους διακινεί η ματιά του, όπως τους εκμεταλλεύτηκαν στο παρελθόν. Απαξιώνουν το θύμα, γιατί η οδύνη τους υποτιμήθηκε και από τότε καθετί που τους θυμίζει το αίσθημα μειονεξίας που ένιωσαν το συνθλίβουν, για να μην ξεχειλίσει μέσα τους και τους κατακλύσει ο πόνος του αφανισμού, της ακύρωσης, του μηδενισμού της ύπαρξης.

Σκηνοθετούν, λοιπόν, και οι δυο ένα έργο, όπου η πλοκή καθορίζεται μέσα από μια επανάληψη που καταπίνει και τους δυο σε μια δίνη, όπου αδυνατούν να ξεφύγουν και το θύμα συνθλίβεται ολοένα και περισσότερο σε αυτή, ενώ ο έλεγχος του θύτη βρίσκει πρόσφορο έδαφος να επιβάλλεται. Ένας λαβύρινθος γίνεται το μονοπάτι τους, όπου αδυνατούν να βρουν την έξοδο, γιατί τρέφονται από αυτό το έργο.
Διαδραματίζουν ρόλους επαναλαμβανόμενους και γνώριμους, ενώ οτιδήποτε άλλο αποδεικνύεται τόσο ανοίκειο για να το δεχτούν. Σταδιακά η ζωή του θύματος αδειάζει, η ύπαρξή του καταβροχθίζεται, η ψυχή του κομματιάζεται, γιατί κάθε τι που επαναλαμβάνεται ανελέητα, θρυμματίζει τον ψυχισμό του, διαρραγεί τον πυρήνα της ύπαρξης του.
Αδιάκοπα ερωτήματα τον στροβιλίζουν στην δίνη τους. Προσπαθεί να βρει νόημα στις αγωνίες του, να ορίσει την ζωή του στο περιθώριο μιας ύπαρξης, όπου κεντρική θέση έχει το σφυροκόπημα της αξίας του. Αναλωμένος στα ερωτηματικά, σε αναπάντητα ‘γιατί’, προσπαθεί να απαντήσει στα διλήμματά του, τα οποία τον αφήνουν μετέωρο σε ένα σύννεφο πόνου. 
Κι όσο κι αν η φανέρωση των συναισθημάτων του αποκαλύπτουν την αλήθεια της οδύνης του, δεν μπορεί να αυτονομηθεί και παραμένει εγκλωβισμένος, δέσμιος μιας συρρικνωμένης παράστασης για τον εαυτό του. Εξαρτάται από τις εικόνες του παρελθόντος, γιατί δεν έχει διαφοροποιηθεί από αυτές.
Αναλωμένος παραμένει σε μια σύγχυση βυθισμένος στα ερωτηματικά του, ώσπου χάνεται σε αυτά. Όταν λοιπόν συναντά ανθρώπους που τον αφήνουν ξεκρέμαστο στο μουντό σύννεφο της ζωής του, τότε το δίλλημα γίνεται βεβαιότητα. Άρα δεν αξίζω! Αυτό που μου ταιριάζει είναι η συναισθηματική εκκρεμότητα, γιατί τα απαξιωμένα μου κομμάτια καλούν το μετέωρο, για να μου αποδείξουν, πως αυτό είναι το μόνο ρούχο που θα πρέπει να φορέσω.

Κάπου μέσα του πιστεύει πως φταίει εκείνος που η πραγματικότητα τον πονά, σαν η ατυχία να τον κατατρέχει αδιάκοπα και εκείνος να μην μπορεί να της αντισταθεί. Κι ενώ η αδικία αυλακώνει την καρδιά του, ένα κύμα θυμού φουντώνει μέσα του στη σκέψη πως, αν μπορούσε να προβλέψει, να αλλάξει, να αναδημιουργήσει ανθρώπους και συγκυρίες στα αλλοτινά χρόνια που στοίχειωσαν την μνήμη του, θα είχε αποφευχθεί η δυσάρεστη εξέλιξη.
Επιρρίπτει λοιπόν την ευθύνη στον εαυτό του, χρεώνεται τα λάθη των άλλων και ένοχος πορεύεται με το βλέμμα να κοιτά στο χθες, ντροπιασμένος για τις ετικέτες που τον συνοδεύουν, ανήμπορος και αδύναμος που δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τις βολές των άλλων, καταλογίζοντας τα λάθη στον εαυτό του και με μια θρυμματισμένη εικόνα πορεύεται στην οποιαδήποτε σχέση με μια μειονεξία να τον συνοδεύει. Ενώ νιώθει θυμό είτε για τον τρόπο που μεγάλωσε, είτε για εκείνους τους ανθρώπους που πέρασαν από την ζωή του και τα χνάρια τους άφησαν τα επώδυνα τους ίχνη στον ψυχισμό του, για τα μηνύματα που του έστειλαν, τα οποία απορρόφησε και τον προσδιόρισαν, επιρρίπτει την ευθύνη στον εαυτό του με επικριτικό και κατηγορηματικό τρόπο.

Αρνείται όμως έτσι να αναλάβει την δέσμευση με τον εαυτό του με ώριμο και υπεύθυνο τρόπο, διαφοροποιούμενος από λάθος εγγραφές που δεν τον αφορούν. Τις υιοθετεί, αφουγκράζεται τα λόγια τους τα οποία έχουν καταγραφεί στη σκέψη του με ξέχειλο και ορμητικό χαρακτήρα, αδυνατώντας να διαγράψει και να εγγράψει νέα στοιχεία γιατί θεωρεί τον εαυτό του ανήμπορο. Καταπίνει αυτόν τον θυμό, τον μεταστρέφει σε λύπηση για τον εαυτό του και με μια τιποτένια διάσταση εαυτού συνεχίζει να κάνει επιλογές, όπου θυματοποιείται και προσφέρει τον εαυτό του βορά στις αχόρταγες ορέξεις των άλλων, που τους επιλέγει σύμφωνα με την πείνα που τους χαρακτηρίζει.
Κάθε φεγγαρόλουστη στιγμή του τρέπεται σε φυγή, γιατί εκείνος την απαξιώνει, δεν την δέχεται εύκολα σαν τμήμα του εαυτού του για να την απορροφήσει, γιατί το φως που εισέρχεται τον κάνει να δοκιμάζει αβάσταχτα συναισθήματα που για να μην τον καταβάλλουν, κλείνει τα παντζούρια της ζωής του και παραμένει στο ζόφο που κατακλύζει τη ζωή του. Αυτό που μας διαφοροποιεί από ψευδείς ρόλους που εσωτερικεύσαμε και οι οποίοι δεν επιτρέπουν την ανάδυση της αξίας μας είναι η δέσμευση μας με κάθε θετικό που μας χαρακτηρίζει και η υποστήριξή του.

Καθετί νοσηρό μέσα μας χάνει τη σημασία του, αν έρθουμε σε επαφή με τη δημιουργικότητά μας, την αγάπη μας για τη ζωή, το σεβασμό στον εαυτό μας, τη φροντίδα για το εσωτερικό μας παιδί που διψά για αποδοχή και κατανόηση και την ενασχόληση με τις ώριμες πλευρές μας με υπεύθυνο τρόπο. Η ζωή μας καλεί να αλλάξουμε τους ρόλους, που δεν μας εκφράζουν, μας στερούν από την αλήθεια μας και μας κρατούν στο παρασκήνιο, ώστε να την αναλάβουμε δυναμικά ως πρωταγωνιστές στο έργο που θα επιλέξουμε, το οποίο θα είναι αντάξιό μας.


Αγγελική Μπολουδάκη



——
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός στα Χανιά, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. 
Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι




Πηγή: http://enallaktikidrasi.com/2015/10/thimata-kai-thites-stis-erwtikes-sxeseis/