Translate

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Πιστεύοντας το αδύνατον

Osho: Το μυστικό της ιστορίας είναι η τέχνη του να πιστεύεις, η τέχνη του να εμπιστεύεσαι, η τέχνη του να λες ναι στην Ύπαρξη. Πιστεύοντας στο αδύνατο, το αδύνατο γίνεται δυνατό. Πώς συμβαίνει;
Στην πραγματικότητα, το αδύνατον υπάρχει μόνο επειδή δεν έχεις το κουράγιο να πιστέψεις. Κάθε σκέψη μπορεί να υλοποιηθεί και ό,τι συμβαίνει μέσα στη συνείδηση μπορεί να δημιουργήσει την εξωτερική πραγματικότητα, ό,τι συμβαίνει εξωτερικά πρέπει πρώτα να συμβεί εσωτερικά. Ο σπόρος αφομοιώνεται εσωτερικά και το δέντρο εμφανίζεται εξωτερικά.



Αν έχεις μια καρδιά που πιστεύει, τίποτα δεν είναι αδύνατο. Ακόμα κι ο Θεός γίνεται μια δυνατότητα. Αλλά χρειάζεται να έχεις μια καρδιά που να πιστεύει. Ένα μυαλό που πιστεύει δεν αρκεί, επειδή το μυαλό βασικά δεν μπορεί να πιστέψει. Είναι ανίκανο να πιστέψει. Το μυαλό μπορεί μόνο ν’ αμφιβάλει. Η αμφιβολία είναι κάτι φυσιολογικό για το μυαλό, η αμφιβολία είναι συνυφασμένη με το μυαλό. Το κεφάλι δεν μπορεί παρά ν’ αμφιβάλει.
Γι’ αυτό, αν αρχίσεις να επιβάλεις διάφορες πεποιθήσεις στο κεφάλι σου, αυτές οι πεποιθήσεις θα κρύβουν μόνο τις αμφιβολίες σου. Τίποτα δεν θα συμβεί μ’ αυτές. Και αυτός είναι ακριβώς ο χώρος όπου βρίσκονται οι μωαμεθανοί, οι χριστιανοί, οι ινδουιστές και οι ζαϊνιστές. Τα πιστεύω τους είναι εγκεφαλικά και το μυαλό είναι ανίκανο να πιστέψει. Δεν είναι δυνατό για το μυαλό να πιστεύει, το μυαλό μόνο αμφιβάλλει. Η αμφιβολία μεγαλώνει στο μυαλό, όπως τα φύλλα μεγαλώνουν στα δέντρα.
Η πίστη μεγαλώνει στην καρδιά. Η καρδιά δεν μπορεί ν’ αμφιβάλει, μπορεί μονάχα να πιστεύει. Έτσι λοιπόν το εγκεφαλικό πιστεύω, ότι δηλαδή πιστεύω στη Βίβλο, ότι πιστεύω στο Κοράνι, ότι πιστεύω στο Κεφάλαιο του Μαρξ, ότι πιστεύω στο Μαχαβίρα, ή στο Μωϋσή, ή στο Μάο Τσε Τουνγκ δεν είναι παρά ένα ψεύτικο φαινόμενο.


Το κεφάλι μπορεί να φτιάξει μόνο ψεύτικα πράγματα, υποκατάστατα. Μπορείς να περιοριστείς σ’ αυτά, αλλά θα χαραμίσεις τη ζωή σου, θα παραμείνεις μια άγονη γη, μια έρημος. Ποτέ δεν θ’ ανθίσεις, ποτέ δεν θα μάθεις τι είναι μια όαση. Ποτέ δεν θα μάθεις τι είναι χαρά, τι είναι γιορτή.
Όταν λέω λοιπόν ότι η πίστη μπορεί να κάνει το αδύνατο δυνατό, εννοώ την πίστη της καρδιάς μιας αθώας καρδιάς. Την καρδιά ενός παιδιού που δεν ξέρει να λέει όχι, που ξέρει μόνο το ναι, το ναι που δεν εναντιώνεται στο όχι.
Το παιδί δεν λέει όχι μέσα και ναι απ’ έξω: Τότε θα προέρχονταν από το μυαλό. Αυτός είναι ο τρόπος του μυαλού: Ναι απ’ έξω, όχι από μέσα, όχι απ’ έξω, ναι από μέσα. Το μυαλό είναι ένας σχιζοφρενής. Ποτέ δεν είναι ολότητα.
Όταν η καρδιά λέει ναι, λέει απλά ναι. Δεν υπάρχει σύγκρουση, δεν υπάρχει διαχωρισμός. Η καρδιά είναι ενωμένη στο ναι της· αυτή είναι η αληθινή πίστη, η εμπιστοσύνη. Είναι ένα φαινόμενο της καρδιάς. Δεν είναι σκέψη, αλλά συναίσθημα, και τελικά, είναι το ίδιο το είναι, και καθόλου συναίσθημα.
Αρχικά η εμπιστοσύνη είναι ένα συναίσθημα, στο τελικό της άνθισμα πηγάζει από το είναι.
Τα δήθεν πιστεύω παραμένουν στο κεφάλι. Ποτέ δεν γίνονται συναίσθημά σου και δεν μπορούν να γίνουν το είναι σου. Κι αν κάτι δεν γίνει το είναι σου, δεν είναι παρά ένα ιδανικό όνειρο. Είναι σπατάλη ενέργειας.
Αλλά όταν πιστεύεις, χρειάζεται να ριψοκινδυνεύεις. Θα σας ξαφνιάσει να μάθετε ότι η αμφιβολία είναι μεγάλη δειλία. Συνήθως ακούγεται ότι οι θαρραλέοι άνθρωποι αμφιβάλουν, ότι οι δειλοί πιστεύουν. Κι αυτό κατά κάποιο τρόπο είναι αλήθεια. Το να πιστεύεις με το μυαλό είναι δειλία. Και γνωρίζετε μόνο αυτούς που πιστεύουν με το μυαλό. Έτσι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αν πάτε στα τζαμιά, στις εκκλησίες και τους ναούς, θα τα βρείτε γεμάτα δειλούς. Αλλά η πραγματική πίστη δεν είναι δειλή, η πραγματική πίστη είναι μεγάλο κουράγιο. Είναι ηρωική.
 

Η αμφιβολία γεννιέται από το φόβο. Πώς να είναι θαρραλέα; Η αμφιβολία έχει τις ρίζες της στο φόβο. Η αμφιβολία γεννιέται επειδή υπάρχει η επιθυμία να υπερασπίσει κανείς τον εαυτό του, να προστατεύσει τον εαυτό του, να είναι ασφαλής. Μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη μόνο όταν είσαι έτοιμος να περάσεις στην ανασφάλεια, όταν είσαι έτοιμος να πας σε μέρη που δεν υπάρχουν στο χάρτη, όταν είσαι έτοιμος να οδηγήσεις το καράβι σου στο άγνωστο χωρίς χάρτη. Εμπιστοσύνη σημαίνει τεράστιο κουράγιο. Και μόνο ένα θαρραλέο άτομο μπορεί να είναι θρησκευόμενο, επειδή μόνο ένα θαρραλέο άτομο μπορεί να πει “ναι,’
Η αμφιβολία είναι άμυνα. Ακόμα κι όταν η αμφιβολία σε υπερασπίζεται, παραμένεις κολλημένος, δεν μπορείς να κουνηθείς επειδή η κάθε κίνηση φέρνει φόβο, επειδή η κάθε κίνηση είναι κίνηση προς το άγνωστο, στο ασυνήθιστο. Η αμφιβολία είναι παράγωγο τού φόβου, να το θυμάστε.
Τότε τι είναι πίστη;
 

Η πίστη είναι ένα παράγωγο της αγάπης. Μόνο εκείνοι που ξέρουν πώς ν’ αγαπούν ξέρουν πώς να πιστεύουν. Η αγάπη γεννιέται στην καρδιά και η πίστη το ίδιο. Η αμφιβολία γεννιέται στο μυαλό και ο φόβος το ίδιο. Ο άνθρωπος που ζει μέσα στο κεφάλι του παραμένει ένας δειλός. Μάλιστα, επειδή είναι δειλός, ζει μέσα στο κεφάλι του. Φοβάται να μπει στην καρδιά του, επειδή ποτέ δεν ξέρεις πού θα σε πάει η καρδιά.
Η καρδιά είναι μια τυχοδιώκτρια, η εξερευνήτρια των μυστηρίων, αυτή που εξερευνεί ό,τι είναι κρυφό. Η καρδιά βρίσκεται πάντα σε μια πορεία ζωής. Ποτέ δεν είναι ικανοποιημένη. Περιέχει μια βαθύτατη δυσαρέσκεια, μια πνευματική δυσαρέσκεια. Δεν βολεύεται πουθενά. Είναι ερωτευμένη με την κίνηση, με το δυναμισμό.

Η καρδιά μένει ικανοποιημένη μονάχα όταν φτάσει στο απόλυτο, πέρα από το οποίο δεν μπορείς να προχωρήσεις. Τα επίγεια δεν μπορούν να την ικανοποιήσουν.
Η καρδιά δεν είναι ποτέ συντηρητική, η καρδιά είναι πάντα σε κίνηση. Πηδάει συνέχεια από τη μια κατάσταση στην άλλη. Πάντα αναζητά, πάντα ριψοκινδυνεύει. Ό,τι κι αν έχει, είναι πάντα έτοιμη να τα ποντάρει όλα... στο άγνωστο. Η επιθυμία της είναι να γνωρίσει αυτό που είναι αληθινό. Αυτή είναι η σημασία του Θεού.
 

Η καρδιά λαχταρά την περιπέτεια, λαχταρά τον κίνδυνο, λαχταρά αυτό που δεν έχει χαρτογραφηθεί, το άγνωστο, αυτό που δεν έχει σιγουριά. Λαχταρά την εμπειρία του ωκεανού. Θέλει να χαθεί. Θέλει να χαθεί μέσα στην ολότητα. Το μυαλό φοβάται, φοβάται να πεθάνει, φοβάται να χαθεί.
Όταν το ποτάμι βρέθηκε αντιμέτωπο με την έρημο, έλεγε το μυαλό του: Μην εξατμίζεσαι. Αλλιώς ποιος ξέρει πού θα καταλήξεις; Ποιος θα είσαι τότε; Μπορεί η ταυτότητά σου να διαγραφεί για πάντα. Ίσως να μην ξαναμπορέσεις να είσαι όπως τώρα.
Ήταν το μυαλό. Αλλά η καρδιά κατάλαβε τους ψιθύρους της ερήμου. Κάτι βαθιά μέσα του πείσθηκε. Ναι, δεν είναι αυτή η μοίρα μου, να είμαι μονάχα ένα ποτάμι που χάνεται στην έρημο. Πρέπει να την ξεπεράσω και πρέπει να ριψοκινδυνέψω. Είναι επικίνδυνο και δεν υπάρχει εγγύηση. Αλλά από τη στιγμή που το ποτάμι άρχισε να σκέφτεται να ριψοκινδυνέψει, κάπου βαθιά στο υποσυνείδητο άρχισε να αισθάνεται, να έχει αναλαμπές, να ξυπνάν αναμνήσεις. Άρχισε να αισθάνεται ότι: Ναι, υπάρχει κάποιο μέρος, κάποια εμπειρία... Έχω βρεθεί και πριν στα χέρια των ανέμων.

Όταν εμπιστεύεσαι, το υποσυνείδητό σου αρχίζει να σου αποκαλύπτει πολλά πράγματα. Αποκαλύπτεται μόνο σ’ ένα μυαλό που εμπιστεύεται, μόνο σε μια οντότητα που εμπιστεύεται, μόνο σε μια συνειδητότητα που εμπιστεύεται. Η θρησκεία είναι η ευωδιά αυτής της εμπιστοσύνης, τέλεια, απόλυτη.
Ο αθεϊσμός είναι μια πράξη αδυναμίας, ανικανότητας. Είναι μια παρακμή. Μια κοινωνία γίνεται άθεη μονάχα όταν πεθαίνει, όταν έχει χάσει το σφρίγος και την ορμητικότητά της. Όταν μια κοινωνία είναι νέα, ζωντανή, δυναμική, αναζητά το άγνωστο, λαχταρά τον κίνδυνο. Προσπαθεί να ζει επικίνδυνα, αφού αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να ζει κανείς.

Θα ήθελα ν’ ακούσετε μια ιστορία!
Μια μέρα ένας άθεος περπατούσε δίπλα σ’ ένα γκρεμό, όταν σκόνταψε κι έπεσε. Καθώς έπεφτε, κατάφερε ν ’ αρπάξει το κλαδί ενός μικρού δέντρου που ξεφύτρωνε από μια χαραμάδα τον βράχου. Κρεμασμένος εκεί, κι όπως τον χτυπούσε ο κρύος άνεμος, κατάλαβε πόσο απελπιστική ήταν η κατάστασή του, αφού από κάτω ήταν τραχείς βράχοι κι ούτε υπήρχε τρόπος να σκαρφαλώσει. Το χέρι που κρατούσε το κλαδί εξασθένιζε.
Σκέφτηκε λοιπόν: Τώρα μονάχα ο Θεός μπορεί να με σώσει. Ποτέ δεν πίστεψα στο Θεό, αλλά μπορεί να έκανα λάθος. Τι έχω να χάσω;"
Έτσι φώναξε: Θεέ! Αν υπάρχεις σώσε με κι εγώ θα πιστέψω σε σένα! Δεν πήρε απάντηση.
Φώναξε πάλι:Σε παρακαλώ, Θεέ. Ποτέ δεν πίστεψα σε σένα, αλλά αν με σώσεις τώρα, θα :πιστεύω σε σένα από δω και πέρα!
Ξαφνικά μια βροντερή φωνή αντήχησε μες απ’ τα σύννεφα, “Μπα, δεν πρόκειται να το κάνεις! Ξέρω τι είδος άνθρωπος είσαι!”
Ο άνθρωπος ξαφνιάστηκε τόσο που λίγο έλειψε να τού ξεφύγει το κλαδί.
Σε παρακαλώ, Θεέ! Κάνεις λάθος! Το εννοώ πραγματικά. Θα πιστέψω!
“Δεν θα το κάνεις! Αυτό λένε όλοι! ”
Ο άνθρωπος παρακάλεσε και προσπάθησε να τον πείσει.
Τελικά ο Θεός είπε, “Εντάξει, θα σε σώσω... Άφησε το κλαδί. ”
Ν’ αφήσω το κλαδί;! φώναξε. Για τρελό με περνάς;

Ο άθεος είναι πάντα δειλός. Ο πραγματικά θαρραλέος άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι θρησκευόμενος. Και το θρησκευόμενο άτομο έχει απαραίτητα θάρρος. Γι’ αυτό, αν συναντήσεις κάποιον δειλό που να πιστεύει στη θρησκεία, τότε να είσαι σίγουρος ότι κάτι δεν πάει καλά. Ένα άτομο δειλό δεν μπορεί να είναι θρησκευόμενο. Η θρησκεία του είναι μονάχα μια άμυνα, μια πανοπλία. Το ναι που λέει δεν πηγάζει από αγάπη και κουράγιο, το ναι του πηγάζει από το φόβο. Αν μπορούσε να πει Όχι, θα έλεγε Όχι. Λέει Ναι, επειδή υπάρχει ο θάνατος, η αρρώστια, ο κίνδυνος. Σκέφτεται λοιπόν, Τι έχω να χάσω; Γιατί να μην πιστεύω; Γιατί να μην προσεύχομαι;
Η προσευχή του είναι ψεύτικη. Η προσευχή του δεν είναι τίποτα άλλο από την έκφραση τού φόβου του. Από φόβο πηγαίνει στον ναό και στην εκκλησία και στους παπάδες.
Όταν ένας άνθρωπος έχει αληθινό κουράγιο πηγαίνει σ’ ένα Δάσκαλο, όχι σ’ ένα παπά. Δεν πηγαίνει σε μια νεκρή εκκλησία, σ’ ένα νεκρό ναό. Αρχίζει να εξετάζει και να ψάχνει για κάποιο ζωντανό φαινόμενο. Πηγαίνει σ’ ένα Χριστό, ή σ’ ένα Βούδα, ή σ’ ένα Κρίσνα, πάντως δεν πηγαίνει στην εκκλησία. Δεν πηγαίνει στις ορθόδοξες καταστάσεις. Δεν ζει στο παρελθόν, κινείται στο παρόν.
Κι ό,τι κάνει προέρχεται από το θάρρος του. Όταν λέει Ναι, το λέει με κουράγιο, από αγάπη για την ύπαρξη, από τη βαθιά κατανόηση ότι είναι μέρος αυτής της ολότητας, ότι δεν είναι αποκομμένος.

Όταν λες Όχι, λες όχι στις ίδιες σου τις ρίζες. Αν το δέντρο πει όχι στο χώμα, ποια θα είναι η μοίρα του δέντρου; Θα είναι μια αυτοκτονία. Αν το δέντρο πει όχι στον ήλιο, ποια θα είναι η μοίρα του δέντρου; Θα είναι μια αυτοκτονία. Το δέντρο δεν μπορεί να πει όχι στον ήλιο, ούτε μπορεί να πει όχι στο χώμα. Το δέντρο πρέπει να πει ναι στον ήλιο, στο χώμα, στον άνεμο, στα σύννεφα. Το δέντρο πρέπει να κρατάει την καταφατική του στάση συνέχεια, κάθε μέρα που περνάει. Μόνο τότε το δέντρο μπορεί ν’ ανθίσει, μπορεί να μείνει πράσινο και ζωντανό και μπορεί να μεγαλώσει.
Ο άνθρωπος έχει τις ρίζες του στην ύπαρξη. Λέγοντας Όχι δηλητηριάζεις τον ίδιο σου τον οργανισμό. Σε ποιόν λες όχι;  Στη δικιά σου γη, στο δικό σου ουρανό, στο δικό σου ήλιο. Θ’ αρχίσεις να παραλύεις. Ο άνθρωπος που έχει πραγματικό κουράγιο κοιτάζει γύρω του, αισθάνεται, βλέπει πως “Είμαι μέρος αυτής της ολότητας. Βλέποντάς το, χαλαρώνει στο Ναι, και παραμένει χαλαρός. Είναι επίσης έτοιμος να ριψοκινδυνέψει οτιδήποτε, οτιδήποτε χρειάζεται για το ναι του.
 
Ο Σέρεν Κίρκεγκααρντ έγραψε μια παραβολή:
Μια φορά υπήρχε ένας βασιλιάς που αγάπησε μια ταπεινή κοπέλα. Ο βασιλιάς ήταν τόσο δυνατός και καθιερωμένος που δεν μπορούσε να την παντρευτεί χωρίς ν’ αναγκαστεί να εγκαταλείψει το θρόνο του. Αν την παντρευόταν, ήξερε ότι θα του ήταν για πάντα ευγνώμων. Τού πέρασε όμως από το νου, ότι κάτι θα έλειπε από την ευτυχία της. Θα τον θαύμαζε και θα τον ευγνωμονούσε πάντοτε, αλλά θα ήταν ανίκανη να τον αγαπήσει, επειδή η ανισότητα μεταξύ τους ήταν πολύ μεγάλη και ποτέ δεν θα μπορούσε να ξεχάσει την ταπεινή της καταγωγή και το χρέος της ευγνωμοσύνης της.
Αποφάσισε λοιπόν να κάνει κάτι άλλο. Αντί να την κάνει βασίλισσα, εκείνος θα απαρνιόταν το βασιλικό του αξίωμα. Θα γινόταν ένας κοινός πολίτης κι ύστερα θα της πρόσφερε την αγάπη του. Αλλά αν το έκανε καταλάβαινε πως έπαιρνε μεγάλο ρίσκο. Θα έκανε κάτι που στα μάτια των πολλών θα φαινόταν τρελό, ίσως και στα δικά της μάτια. Θα έχανε το βασιλικό του αξίωμα, αλλά μπορεί να έχανε κι εκείνην, ιδιαίτερα αν απογοητευόταν που δεν θα γινόταν βασίλισσα Παρόλα αυτά αποφάσισε να το ριψοκινδυνέψει. Πίστευε ότι ήταν καλύτερα να ριψοκινδυνέψει τα πάντα για να κάνει την αγάπη δυνατή.
Αναζητώντας, ψάχνοντας για το Θεό, την αλήθεια, την έκσταση, πολλές φορές έρχεται η στιγμή να ριψοκινδυνέψεις. Όλη σου η νοημοσύνη θα εναντιωθεί. Ολόκληρο το μυαλό σου θα εναντιωθεί. Το μυαλό θα πει: Τι πας να κάνεις; Μπορεί να σ’ απαρνηθεί η ίδια η γυναίκα για την οποία παρατάς το βασίλειο. Αν το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να γίνει βασίλισσα, ποτέ δεν θα σε ξανακοιτάξει. Και σ’ ολόκληρο το βασίλειο θα σε θεωρούν τρελό. Ποιος ξέρει, ακόμα κι εκείνη μπορεί να σε θεωρήσει τρελό. Ο βασιλιάς όμως αποφάσισε να ριψοκινδυνέψει. 
 
Είναι καλύτερα να ριψοκινδυνέψεις τα πάντα. Ακόμα κι αν η πιθανότητα να κατακτήσεις την αγάπη είναι ελάχιστη, κανείς πρέπει να τα παίξει όλα για όλα. Και πρέπει να ριψοκινδυνέψει πολλές φορές, επανειλημμένα, πριν φτάσει την απόλυτη αγάπη, το Θεό.
Συνήθως αναζητάμε και ψάχνουμε το Θεό με περιορισμούς, στο βαθμό που μας επιτρέπουν οι συνθήκες χωρίς να ριψοκινδυνεύουμε τίποτα. Κερδίζεις χρήματα, έχεις επιτυχία στη ζωή, μπορείς να παραχωρείς μια ώρα στο ναό ή στο διαλογισμό. Κάπου-κάπου μπορεί και να προσεύχεσαι. Ή, τουλάχιστον το βράδυ, πριν πας για ύπνο, μπορεί να επαναλαμβάνεις την ίδια προσευχή για δύο λεπτά και να πέφτεις για ύπνο μ’ ένα πολύ καλό συναίσθημα τάχα πως ασκείσαι 'στη θρησκεία. 



Η θρησκεία είναι υπαρξιακή, δεν είναι άσκηση. Είτε υπάρχει είκοσι τέσσερις ώρες παντού στο είναι σου, είτε δεν υπάρχει καθόλου. Μια προσευχή το βράδυ πριν πας για ύπνο είναι ένα είδος απάτης που παίζεις στον ίδιο σου τον εαυτό.
Τέτοιου είδους περιορισμένη θρησκεία δεν εξυπηρετεί. Το άτομο πρέπει να δοθεί ολοκληρωτικά και οι δειλοί δεν μπορούν να το κάνουν. Γι’ αυτό θα σας ξαναθυμίσω: Η θρησκεία είναι μόνο για τους γενναίους, για τους θεληματικούς, για τις δυνατές ψυχές. Δεν είναι για τους αδύναμους, δεν είναι για εκείνους που πάντα παζαρεύουν. Δεν είναι ούτε για το επιχειρηματικό μυαλό. Είναι για τους παίχτες, που μπορούν και τα παίζουν όλα.


Osho